Кипрская Православная Церковь

Подписка на Лента Кипрская Православная Церковь
Обновлено: 49 мин. 14 сек. назад

Μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου (7.4.2020)

7 апреля, 2020 - 12:58

Εὑρισκόμενοι μικρὸν πρὸ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, κατὰ τὴν ὁποία πάντοτε βιώνουμε ἰδιαιτέρως τὸ Πάθος ἀλλὰ καὶ τὴν χαρὰν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, φέτος δυστυχῶς οἱ συνθῆκες, τὶς ὁποῖες βιώνουμε εἶναι τραγικὲς γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανούς, ἀφοῦ λειτουργοῦμε τοὺς ναούς μας χωρὶς πιστούς.

Εὐχόμεθα νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτραπεῖ αὐτὲς τὶς προσεχεῖς ἡμέρες νὰ ἔχουμε θεαματικὰ ἀποτελέσματα πρὸς τὸ καλύτερον, οὕτως ὥστε ἡ Κυβέρνησή μας νὰ ἐπιτρέψει νὰ τελέσουμε τὶς Ἀκολουθίες μας καὶ μὲ τὴν παρουσία καὶ τῶν πιστῶν μας.

Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε καὶ ποὺ πρέπει νὰ εἶναι ὁ στόχος μας εἶναι νὰ ἐργαστοῦμε συλλογικὰ ὅλοι μας καὶ νὰ συμβάλουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας, ἡ ὁποία αὐτὲς τὶς μέρες θλίβεται ἐξαιτίας τῆς κατάστασης ποὺ ἐπικρατεῖ, ὥστε ἡ πανδημία ποὺ ἐνέσκηψε νὰ τερματίσει τὴν ἐξάπλωσή της τόσο στὸ μαρτυρικὸ νησί μας, ὅσον καὶ στὸν ὑπόλοιπο κόσμο.

Πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ τρεῖς λόγους:

Ὁ πρῶτος λόγος γιὰ νὰ μὴ θρηνήσουμε ἄλλες ζωὲς ἀδελφῶν μας ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἀσθένειας.

Ο δεύτερος λόγος γιὰ νὰ μπορέσουμε τὸ συντομότερο δυνατόν, ὡς Χριστιανοί, νὰ τελοῦμε τὰ θρησκευτικά μας καθήκοντα καὶ νὰ μετέχουμε τῶν ἀκολουθιῶν ὅπως ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία μας.

Και τέλος, ὁ τρίτος λόγος γιὰ νὰ προλάβουμε μίαν μεγάλων διαστάσεων οἰκονομικὴ κρίση, ἡ ὁποία θὰ φέρει πολλὰ ἀδιέξοδα, θὰ χάσουν τὶς ἐργασίες τους, θὰ πτωχεύσουν καὶ θὰ πεινάσουν πολλοὶ ἀδελφοί μας. Σὲ μιὰ τέτοια περίπτωση, οὔτε τὸ Κράτος, οὔτε ἡ Ἐκκλησία, οὔτε κάποια ἄλλη δύναμη θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν ὅλη δυσχερὴ αὐτὴ κατάσταση. Καὶ γι’ αὐτὸ ἐπαναλαμβάνω ὅτι, πρέπει ὅλοι νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸ μέγεθος τῶν συνεπειῶν τῆς πανδημίας καὶ νὰ ἐργαστοῦμε γιὰ τὸ καλό ὄχι μόνο τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν μας καὶ τοῦ τόπου μας.

Ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι, πολλοὶ ἀδελφοί μας ἐλέγχονται συνειδησιακὰ μὲ τὰ ἑξῆς «Δὲν θὰ μετάσχω στὸ Μυστήριο τοῦ ἁγίου Εὐχελαίου τῆς Μεγάλης Τετάρτης; Δὲν θὰ ἐκκλησιαστῶ καὶ νὰ κοινωνήσω τὴν Μεγάλη Πέμπτη; Δὲν θὰ συμμετάσχω στὸ Πάθος, τὴν Σταύρωση, τὴν Ἀποκαθήλωση τοῦ Κυρίου μας κατὰ τὴ Μεγάλη Παρασκευή; Δὲν θὰ γίνω μέτοχος τοῦ ἐνθουσιασμοῦ μὲ τὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός» κατὰ τὸ Μεγάλο Σάββατο; Καὶ τέλος, δὲν θὰ κοινωνήσω τῆς ἄφατης χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος νίκησε τὸν θάνατον διὰ τοῦ δικοῦ Του θανάτου;»

Ἀδελφοί μου,

Ἔχετε θάρρος καὶ μὴ λιποψυχεῖτε! Τὸ γεγονὸς ὅτι στερούμεθα ὅλα τοῦτα μᾶς στενοχωρεῖ ὅλους ἀφόρητα.

Αὐτὸς ὅμως ποὺ ἔχει ἀληθινὴ καὶ γνήσια πίστη στὸν Θεὸ μπορεῖ καὶ προσεύχεται ὅπου καὶ ἄν εὑρίσκεται. Εἴτε στὸ σπίτι περιορισμένος, ὅπως εἴμαστε ἐμεῖς τώρα τὶς τελευταῖες ἑβδομάδες, εἴτε στὶς σπηλιές, στὶς ἐρήμους καὶ στὰ βουνά, ὅπως οἱ ἀσκητὲς καὶ ὅσιοί μας, οἱ ὁποῖοι ὄντας ἐρημοπολίτες ἔγιναν οὐρανοπολίτες, κοινωνοῦσαν διὰ τῆς προσευχῆς τους μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γεύονταν καὶ ἀπολάμβαναν τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου, χωρὶς νὰ βρίσκονται μέσα στὸν ναὸ καὶ νὰ μετέχουν στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Ἄν πραγματικὰ ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ καὶ κατ’ ἐπέκταση τὸν συνάνθρωπό μας, ποὺ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, στόχος μας πρέπει νὰ εἶναι ὁ τερματισμὸς τῆς πανδημίας στὸν τόπο μας.

Εὐχέτης πάντων ὑμῶν

† ο Κύπρου Χρυσόστομος

 

https://churchofcyprus.org.cy/wp-content/uploads/2020/04/Φωνή-001.m4a

Εκκλησία και κορωνοϊός

7 апреля, 2020 - 10:20

Του Σταύρου Σ. Φωτίου*

1.Στο ευαγγέλιο της χριστιανικής πίστης αναφέρεται ότι «ο Θεός αγάπη εστί» (Α´ Ιω. 4:16). Ο Θεός είναι τριαδική κοινωνία, στην οποία κάθε πρόσωπο ελεύθερα αυτοδωρίζεται στα άλλα. Η αυτοπροσφορά και η αυτοθυσία χαρακτηρίζουν την όντως ζωή. Μέσα στην αλληλοπεριχώρησή τους κάθε πρόσωπο είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο και ταυτόχρονα βιώνει με τα άλλα κοινότητα ζωής. Έτσι, κοινωνώντας οι Χριστιανοί κάθε Κυριακή ή γιορτή στον ναό, υποδέχονται τη φιλοθεΐα και τη φιλανθρωπία, την πατρότητα του Θεού και την αδελφοσύνη των ανθρώπων. Μοιραζόμενοι την αγάπη του Θεού θεωρούν κάθε άνθρωπο ως αδελφό και φίλο, ανεξάρτητα από κάθε βιολογική ή κοινωνική διάκριση. Η διαρκής μέριμνα για τον άλλο, η χωρίς όρους και όρια δοτικότητα, αναδεικνύεται σε καίριο κριτήριο χριστιανικής βιοτής.

Το θυσιαστικό αυτό ήθος, το υπάρχειν με τον άλλο και για τον άλλο, οι πιστοί το διαχέουν και έξω απ᾽ τον ναό, για να μεταμορφώσουν κάθε πτυχή του βίου: η πολιτική να γίνει τέχνη ενότητας των πολιτών, συγκρότησης κοινών συνεκτικών δεσμών· η οικονομία να θεραπεύει συγκεκριμένες ανάγκες συγκεκριμένων ανθρώπων· η τέχνη να αναδιατάσσει τα δεδομένα για να φανερώσει το καινό· ο έρωτας να υπηρετεί την ψυχοσωματική μέθεξη αγαπώντων προσώπων.

Η υπαρξιακή στοχοθεσία της Εκκλησίας αποβλέπει στην αρμονική κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό και, κατ᾽ επέκταση, με τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του και τη φύση. Μόνο υπηρετώντας τον υπαρξιακό αυτό προσανατολισμό μπορεί ο χριστιανός να προσέλθει επάξια στη Θεία Ευχαριστία. Η διακονία του συνανθρώπου και η παγκόσμια καταλλαγή αποτελούν προαπαιτούμενο προσέλευσης στη Θεία Ευχαριστία. Συνεπώς, η Θεία Ευχαριστία ικανώνει τον πιστό να αυτοπροσφέρεται στον συνάνθρωπο· και μόνο προσφερόμενος στον συνάνθρωπο μπορεί να προσέλθει επάξια στη Θεία Ευχαριστία.

2.Χαρακτηριστικό του νέου κορωνοϊού που έχει πλήξει την ανθρωπότητα είναι η μετάδοσή του από κάποιον που τον έχει αλλά δεν εκδήλωσε ακόμη συμπτώματα, ή από κάποιον που δεν ανέπτυξε καθόλου συμπτώματα. Συνεπώς, ένα ουσιαστικό μέτρο για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι ο αυτοπεριορισμός των ανθρώπων στα σπίτια τους, η αποφυγή κάθε συνάθροισης. Μόνο η αργή μετάδοση του κορωνοϊού θα επιτρέψει στα συστήματα υγείας να αντιμετωπίσουν επαρκώς και αξιοπρεπώς τους ανθρώπους που κάθε φορά θα νοσούν.

3.Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω η Εκκλησία δέχεται να τελεί τις ακολουθίες της κεκλεισμένων των θυρών, ώστε να αποτραπούν συναθροίσεις. Ο πιστός απέχει προσωρινά από τη λατρεία λόγω της ενέκπτωτης ευθύνης του για τον συνάνθρωπο. Πρόκειται για έκφραση άκρας φιλαλληλίας, ένδειξη καθολικής συνείδησης.

4.Κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στο σπίτι οι πιστοί ας προχωρήσουν σε βαθύ και ολόπλευρο αναστοχασμό: ας εμβαθύνουν ακόμη περισσότερο τη σχέση τους με τον Θεό· ας γνωρίσουν ακόμη βαθύτερα τον έσωθέν τους κόσμο· ας αξιολογήσουν τους διαπροσωπικούς δεσμούς τους· ας αναρωτηθούν πόσο έχουν εκπλαγεί από στην ομορφιά της φύσης. Ας εξετάσουν πόσο βοήθησαν τον διπλανό τους, πόσο έγιναν πλησίον για κάθε εμπερίστατο, ας μετρήσουν την ευθύνη τους για όσα έπραξαν ή απέφυγαν να πράξουν. Με την προσευχή τους ας κάνουν τον εαυτό τους ακόμη πιο δοτικό στους άλλους, ας καλλιεργήσουν ένα εγώ που πορεύεται στο εσύ για να συγκατοικήσουν στο εμείς. Προπάντων ας νιώσουν ότι χωρίς την κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ο άνθρωπος είναι υπαρξιακά νεκρός.

5.Περαιτέρω η θεολογία της Εκκλησίας ας καταθέσει και πάλι στο δημόσιο, ενώπιον της ελευθερίας των ανθρώπων, τη δική της πρόταση ζωής, τη δική της θέαση μεγάλων ζητημάτων, τα οποία επικαιροποίησε ο κορονωϊός. Να δείξει ότι αληθινή παγκοσμιοποίηση είναι η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας αλληλοσεβασμού και αλληλεγγύης, στην οποία η διαφορά και η ενότητα, η ελευθερία και η δικαιοσύνη, θα συνυπάρχουν αρμονικά. Να θυμίσει ότι οτιδήποτε αληθινό είναι συνάμα εθνικό και οικουμενικό, ότι το οικείο και το έτερο είναι μορφές της πανανθρώπινης ταυτότητας. Να πείσει ότι πολιτική και οικονομία δεν προηγείται η μια της άλλης αλλά αμφότερες καλούνται να διακονούν το πέρασμα του ανθρώπου από την αγριότητα στην αγιότητα, από την αγέλη των εγωκεντρικών ατόμων στη σύναξη των αλληλέγγυων προσώπων. Να διδάξει ότι τη χρηστική και κυριαρχική στάση του ανθρώπου έναντι της φύσης οφείλει να διαδεχθεί η λειτουργική σχέση ανθρώπου και περιβάλλοντος, ότι η φύση είναι ο μέγας οίκος του ανθρώπου μέσα όπου φιλοξενείται η ζωή. Να υποβάλει ότι στόχος της επιστήμης είναι η ανεύρεση του λόγου ύπαρξης κάθε όντος και πώς αυτό μπορεί να συνυπάρξει με τα άλλα.

Προπάντων να καταδείξει τις ανθρωπολογικές, κοινωνικές και οικολογικές συνέπειες που κομίζει κάθε θεολογία. Ποιον αντίστοιχα τρόπο ζωής επιφέρει η πίστη σε έναν αδιάφορο Θεό ή σε ένα Θεό δυνάστη ή σε ένα Θεό αγάπης. Τι σημαίνει για τον άνθρωπο και την κοινωνία όταν υιοθετείται ως Θεός η ισχύς, το σεξ, το χρήμα. Ποιες είναι οι προεκτάσεις όλων αυτών στην παιδεία, στην υγεία, στην κοινωνική συνοχή.

Ο κορωνοϊός μας αναγκάζει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο το ερώτημα για το νόημα της ύπαρξης: με άλλα λόγια, μας προ(σ)καλεί να ανεύρουμε και να διαβούμε την οδό που άγει από τη βιολογική επιβίωση στην υπαρξιακή πληρότητα.

 

*Καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου και Ιδρυτικό Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας.

Τα Μετόχια της Ιεράς Μονής Κύκκου

7 апреля, 2020 - 08:13

Kωστής Kοκκινόφτας
Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου
TA METOXIA THΣ IEPAΣ MONHΣ KYKKOY

Aπό τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της, στα τέλη του 11ου αιώνα, η Mονή Kύκκου απέκτησε ένα πολύ καλά οργανωμένο δίκτυο Mετοχίων σε διάφορες περιοχές του νησιού, τα οποία στήριζαν οικονομικά με τα εισοδήματά τους τις δραστηριότητές της. Όπως αναφέρεται στα χειρόγραφα της ιστορίας της, στη Mονή Κύκκου παραχωρήθηκαν από τον αυτοκράτορα Aλέξιο Kομνηνό, αμέσως μετά την ίδρυσή της, τα χωριά Mήλο, Mηλικούρι και Περιστερώνα, έτσι ώστε να συντηρείται από τα εισοδήματά τους. Στη συνέχεια προστέθηκε σε αυτά το Μετόχιο του Αγίου Γεωργίου (Ξηροποτάμου) στην Πεντάγεια, το οποίο δωρήθηκε από κάποιο βυζαντινό δούκα, ονόματι Γεώργιο. Kατά την περίοδο, όμως, της Λατινοκρατίας (1191-1571), εξαιτίας της εχθρικής στάσης των ετερόδοξων κατακτητών έναντι της Oρθόδοξης Eκκλησίας, η Mονή Κύκκου απώλεσε πολλά από τα περιουσιακά της στοιχεία και στην κυριότητά της παρέμειναν μόνο μερικά κτήματα γύρω από την Kεντρική Mονή, καθώς και τα Mετόχια Ξηροπόταμος και Άγιος Nικόλαος στον Aκάμα. Στα χρόνια που ακολούθησαν, κατά την Tουρκοκρατία (1571-1878), οπότε αποκαταστάθηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, η Μονή απέκτησε σταδιακά και πολλά άλλα Μετόχια, τα οποία υπήρξαν σημαντικά γεωργοκτηνοτροφικά κέντρα, από όπου προωθούνταν προϊόντα στην επιτόπια αγορά και το εξωτερικό. Tα εισοδήματα, που απεκόμιζε από αυτά η Μονή Κύκκου, συνέτειναν ώστε να καταστεί οικονομικά αυτοδύναμη και μία από τις κυριότερες πηγές χρηματοδότησης της μορφωτικής προσπάθειας των Kυπρίων της εποχής και ενίσχυσης των εθνικών διεκδικήσεών τους.

Σύμφωνα με στοιχεία, που απορρέουν από λυτά έγγραφα και κώδικες του Aρχείου της Mονής, τα σπουδαιότερα από τα Mετόχια της Μονής Κύκκου ήταν αυτά του Aγίου Προκοπίου στο προάστιο της Λευκωσίας Έγκωμη, του Aρχαγγέλου στη Λακατάμεια, του Ξηροποτάμου στην Πεντάγεια και του Σίντη και της Aγίας Mονής στην επαρχία Πάφου. Tα Mετόχια αυτά διέθεταν μεγάλες εκτάσεις γης, μοναστηριακά κτήρια και ναό αφιερωμένο στον Άγιο Προκόπιο, στον Aρχάγγελο Mιχαήλ, στους Aγίους Σέργιο και Bάκχο, στην Παναγία του Σίντη και στον Άγιο Nικόλαο αντιστοίχως. H Mονή είχε επίσης κτηματική περιουσία και σε πολλά χωριά του νησιού, όπως στο Πολέμι, την Πενταλιά, την Kάτω Παναγιά, την Aμαργέτη, το Πιάνιο (με ναό αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος), την Aυλώνα, τον Mπάρατζη (με ναό αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο), το Συριανοχώρι, την Tσακίστρα, την Kοράκου, τον Άγιο Σέργιο, την Kαλοψίδα, το Kαπηλειό, το Tραχώνι, τον Kαραβά και τα Λεύκαρα. Η περιουσία αυτή εκποιήθηκε, ως ασύμφορη, κατά τις δεκαετίες του 1930 και του 1940, οπότε ακολουθήθηκε ένα σύστημα μικρών και μακροχρόνιων δόσεων για την αποπληρωμή τους, με αποτέλεσμα να περιέλθει στους αγρότες και καλλιεργητές της υπαίθρου και να αποφευχθεί η αγορά της από κεφαλαιούχους.

Στην κυριότητα της Mονής Kύκκου παρέμειναν μέχρι τις μέρες μας τα Μετόχια του Ξηροποτάμου, το οποίο βρίσκεται στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής περιοχή, του Aγίου Προκοπίου, που αποτελεί από τα πολύ παλιά χρόνια το διοικητικό κέντρο της Mονής, του Aρχαγγέλου, της Aγίας Mονής και του Σίντη. Aπό τα Mετόχια αυτά, μόνο του Aγίου Προκοπίου εξακολουθούσε να είναι σε συνεχή λειτουργία, ενώ εκείνα του Aρχαγγέλου, της Aγίας Mονής και του Σίντη είχαν εγκαταλειφθεί, κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα και ερημωθεί. Γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια, με πρωτοβουλία του Ηγουμένου της Μονής, Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας Νικηφόρου, ανακαινίστηκαν στο σύνολό τους. Aς σημειωθεί ότι στο μεν Μετόχιο του Aγίου Προκοπίου, ταυτόχρονα με την ανακαίνισή του δημιουργήθηκε στον περιβάλλοντα χώρο μεγάλο πάρκο, ανοικτό καθημερινά για τους κατοίκους της Λευκωσίας, όπου διοργανώνονται συχνά φιλανθρωπικές εκδηλώσεις. Στο δε Μετόχιο του Aρχαγγέλου στεγάστηκε το ομώνυμο Πολιτιστικό Ίδρυμα της Mονής, καθώς και το Παγκόσμιο Bήμα Θρησκειών και Πολιτισμών (για τα Ιδρύματα αυτά βλ. στα αντίστοιχα λήμματα), ενώ αυτό της Αγίας Μονής στελεχώθηκε ξανά από μέλη της αδελφότητας της Μονής. Tέλος, το Μετόχιο του Σίντη μετετράπη σε ανοικτό μουσειακό – αρχαιολογικό χώρο, αφού δεν έγινε πλήρης αναστήλωση των μοναστηριακών κτισμάτων, διότι κρίθηκε ότι μια τέτοια ενέργεια θα οδηγούσε σε υποθετικές αναπαραστάσεις, λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Για το έργο που επετελέσθη στο Mετόχιο αυτό η Mονή Kύκκου βραβεύτηκε, το 1997, με τιμητικό δίπλωμα της Europa Nostra.

Διαβάστε όλο το κείμενο εδω…

Άγιος Γαβριήλ, ο παιδομάρτυρας του Ζβιέρκι στην περιοχή του Μπιαλιστόκ της Πολωνίας (11 Απριλίου)

7 апреля, 2020 - 07:47

Ο Παιδομάρτυρας Γαβριήλ γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου το 1684, στο χωριό Ζβιέρκι, δίπλα στο Ζαμπλούδουβ – περίπου 10 χλμ. από το Μπιαλίστοκ. Προερχόταν από ευλαβή οικογένεια χωρικών. Οι γονείς του, ο Πέτρος και η Αναστασία Γόβδελ, κρατούσαν την πίστη των προγόνων τους, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των δύσκολων ημερών – όταν η ουνία του Μπρέστ κυριαρχούσε στην περιοχή.

Ο Γαβριήλ βαπτίστηκε στο Μοναστήρι της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας,  στο Ζαμπλούδουβ. Από μικρός διακρινόταν για την ευσέβεια και ευλάβειά του. Τον χαρακτήριζε μεγάλη αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία και είχε έφεση για καθημερινή προσευχή στον Κύριό μας, παρά σε παιδικές διασκέδασεις.

Στις 11 Απριλίου του 1690, στο σπίτι των Γόβδελ συνέβηκε μεγάλη τραγωδία. Ο Γαβριήλ δολοφονήθηκε και απήχθηκε. Σύμφωνα με μία εκδοχή, η μητέρα του μη διαισθανόμενη το επερχόμενο κακό έφυγε, για να πάρει φαγητό στον άνδρα της, ο οποίος δούλευε στο χωράφι. Ενώ αυτή έλειπε, εισέβαλε στο σπίτι ο Διοικητής του χωριού, ονόματι Σούτκο, ο οποίος άρπαξε το παιδί και το βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο δολοφόνος, για να αποκρύψει το έγκλημά του, μετέφερε το άψυχο σώμα του Γαβριήλ στην άκρη ενός δάσους, κοντά στο Ζβέρκι. Ο Γαβριήλ ήταν τότε 6 χρονών.

Το σώμα του μάρτυρος εντοπίστηκε μετά από 9 ημέρες. Γύρω-γύρω από αυτό κάθονταν πολλά σκυλιά, που το προστάτευαν από διάφορα αρπακτικά, πουλιά και ζώα. Τότε ενταφιάσαν το σεπτό σκήνωμά του δίπλα στην εκκλησία ενός χωριού, πλησίον του Μπιαλίστοκ, όπου παρέμεινε για περίπου 30 χρόνια.

Κοντά στο σημείο, όπου βρισκόταν ο τάφος του παιδομάρτυρα, συχνά ενταφίαζαν μικρά παιδιά. Με αυτόν τον τρόπο ήθελαν να τιμήσουν τον Γαβριήλ για τον μαρτυρικό του θάνατο. Κάποτε, κατά τη διάρκεια μιας κηδείας, οι πιστοί πρόσεξαν πως το άγιο σώμα του Γαβριήλ ευωδίαζε και δεν είχε υποστεί φθορά. Έτσι, έλαβαν το άφθαρτο σκήνωμα του Γαβριήλ και το τοποθέτησαν στον υπόγειο χώρο του ιερού ναού του Ζβέρκι. Το γεγονός διαδόθηκε πολύ γρήγορα και έτσι η τιμή του κόσμου προς τον άγιο παιδομάρτυρα μεγάλωσε. Μαζί με αυτό το σημείο του Θεού παρατηρήθηκαν και πολλά θαύματα και επίσης σταμάτησε η επιδημία.

Το 1746 η εκκλησία στο Ζβέρκ κάηκε, αλλά το σκήνωμα του παιδομάρτυρα σώθηκε, εκτός από το ένα χεράκι του, που έπαθε μόνο μερικά εγκαύματα. Τότε, μετέφεραν το σκήνωμα επισήμως στο μοναστήρι του Ζαμπλούδουβ, όπου το τοποθέτησαν μέσα στο Ιερό Βήμα και το χεράκι του επανήλθε στην αρχική του κατάσταση.

Στο τόπο όπου βρισκόταν το σπίτι του Γαβριήλ, το 1894 έχτισαν μικρό ξύλινο εκκλησάκι, το οποίο δυστυχώς κάηκε το 1902. Αργότερα, με την ευλογία του Μητροπολίτη Κιέβου, το σκήνωμα μεταφέρθηκε στη μονή της Αγίας Τριάδος στο Σλούτσκ. Από τότε επικράτησε να ονομάζεται «ο άγιος Γαβριήλ του Σλούτσκ».

Τον 19ο αιώνα η μνήμη τού παιδομάρτυρα στην πατρίδα του Πολωνία ξαναζωντάνεψε. Όμως, λόγω των διαρκών μεταβολών των συνόρων και της εκκλησιαστικής ευθύνης στην περιοχή, το ιερό λείψανο γνώρισε πολλές μετακινήσεις. To 1910-1912 από τον καθεδρικό ναό του Μπιαλίστοκ, όπου βρισκόταν, μεταφέρθηκε στο μοναστήρι του Σούπρασλ. Το 1915 μετατέθηκε στο Σλούτσκ ενώ, στη δεκαετία του 1930, επί του αθεϊστικού καθεστώτος τοποθετήθηκε στο μουσείο και αργότερα στο ναό της Μεταμόρφωσης του Μίνσκ, της Σοβιετικής Λευκορωσίας. Το 1944 μεταφέρθηκε στο ναό της αγίας Σκέπης της Θεοτόκου στο Γρόδνο. Εκεί παρέμεινε μέχρι τις 21 Σεπτεμβρίου του 1992.

Τότε, με ενέργειες του Αρχιεπισκόπου Μπιαλίστοκ και Γδανσκ κ. Σάββα (νυν Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Βαρσοβίας και πάσης Πολωνίας), ζητήθηκε το λείψανο του αγίου Γαβριήλ από τον Αρχιεπίσκοπο Γρόδνο και Βολκοβύσκ κ. Βαλεντίνο. Τοποθετήθηκε το ιερό λείψανο σε λάρνακα στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου στο Bialystok.

Πρόσφατα μεταφέρθηκε μόνιμα στην γυναικεία Ιερά Μονή του Σβιρκι όπου η λάρνακα με το ιερό λείψανο του Παιδομάρτυρα Αγίου Γαβριήλ τοποθετήθηκε σε ειδική διαμορφωμένη θέση στα βόρεια του τέμπλου του καθολικού της Μονής.

Την ημέρα της εορτής της ανακομηδής του Αγίου στην πατρίδα του, στις 21 Σεπτεμβρίου, την παραμονή μεταφέρεται το ιερό λείψανο στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου στο Bialystok όπου τελείται μεγάλη πανήγυρις.

Η παρουσία του άφθορου σκηνώματος του Αγίου Γαβριήλ στην πατρίδα του βοήθησε τους πιστούς, μετά τις κακουχίες και τους εκφοβισμούς, να συνδεθούν και πάλι με την αυθεντική Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Μόρφου Νεόφυτος: Ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἀπαντᾶ στὸν Κίσινγκερ τὸ 2020

6 апреля, 2020 - 22:06

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, στὴ  Θεία Λειτουργία τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν (ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας), ποὺ τελέσθηκε στὸν  ἱερὸ ναὸ Τιμίου Σταυροῦ τῆς κοινότητος Πεδουλᾶ τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (5.4.2020).

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

 

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου

Δηλώσεις του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου στη Cyprus Times (06 Απριλίου 2020)

6 апреля, 2020 - 21:25

Ενώπιον της Διυπουργικής Επιτροπής που συνήλθε το πρωί υπό τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, τέθηκε πέραν του ζητήματος παράτασης των περιοριστικών μέτρων και του επαναπατρισμού φοιτητών του εξωτερικού και το ενδεχόμενο να τεθεί υπό τη μορφή εισήγησης προς την Εκκλησία, ο εορτασμός του Πάσχα να γίνει σε νέα ημερομηνία, στα τέλη Μαΐου – Απαντά στη CyprusTimes ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος – Θετικός σε τέτοιο ενδεχόμενο

Συγκεκριμένα, η εισήγηση είναι για τις 27 Μαΐου, ημερομηνία καθόλου τυχαία, καθώς εκείνη τη μέρα εορτάζεται η Απόδοση του Πάσχα.

Η Cyprus Times επικοινώνησε με τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο ο οποίος εμφανίζεται θετικός μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

«Συμφωνώ. Μπορούμε να επαναλάβουμε για όλο τον κόσμο τη νυκτερινή ακολουθία τού «Καλού Λόγου» του Μεγάλου Σαββάτου και της ακολουθίας τής Αγίας Κυριακής του Πάσχα απαράλλακτα κατά την Απόδοση. Είναι μια παρηγοριά» λέει ο Αρχιεπίσκοπος.

Μιλώντας ευρύτερα για τις δύσκολες μέρες που διέρχεται ο τόπος και θέλοντας να δώσει θάρρος στον λαό ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος ανέφερε μεταξύ άλλων: 

«Θα φύγει ο ιός. Θα ξαναπάμε στις εκκλησιές μας, είτε αρέσει σε μερικούς είτε δεν αρέσει και θα κοινωνήσουμε ξανά. Η ασθένεια θα φύγει, όμως αυτό που διαβλέπω είναι ότι ο τόπος μας θα δεχθεί και πάλι ισχυρό πλήγμα, μεγαλύτερο από αυτό του 2013. Πρέπει να μείνουμε περιορισμένοι, πρέπει να προστατέψουμε όχι μόνο τον εαυτό μας, αλλά και τους αδελφούς μας και τον τόπο μας. Το γεγονός ότι στερούμαστε τις ακολουθίες και τη Θεία Κοινωνία μας λυπεί πολύ, ιδιαίτερα αυτές τις μέρες. Όμως, αυτοί που έχουν αληθινή πίστη μπορούν να προσεύχονται όπου κι αν είναι. Είτε στο σπίτι, όπως είμαστε εμείς τώρα περιορισμένοι, είτε στις σπηλιές, στα όρη και στις ερήμους όπως οι όσιοί μας, που όντας ερημοπολίτες έγιναν ουρανοπολίτες και απολάμβαναν και γεύονταν της χαράς του Παραδείσου, χωρίς να βρίσκονται μέσα στο ναό. Είχαν όμως πίστη αληθινή. Πάντως, ότι και να αποφασισθεί, το μόνο βέβαιο είναι ότι εμείς θα λειτουργήσουμε στις εκκλησίες μας κανονικά, είτε με την παρουσία των πιστών είτε όχι».

Πηγή: www.cyprustimes.com

Πάσχα των Ορθοδόξων, Πάσχα των Ρωμαιοκαθολικών και Πάσχα των Ιουδαίων

6 апреля, 2020 - 09:17

«ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ, ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ». 

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.

Κυκλοφόρησε το 2014 το βιβλίο του Ιωάννη Φάκα με τίτλο:
«Πάσχα των Ορθοδόξων, Πάσχα των Ρωμαιοκαθολικών και Πάσχα των Ιουδαίων».  Υπολογισμός με βάση την αστρονομία και μία εισήγηση για διόρθωση.

Είναι μία πρωτότυπη εργασία σχεδόν 400 σελίδων, γραμμένη στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα.  Εξηγεί λεπτομερώς πως υπολογίζονται το Πάσχα των Ορθοδόξων, των Ρωμαιοκαθολικών και των Εβραίων.

Στο βιβλίο γίνεται εισήγηση για διόρθωση όλων των λαθών που υπάρχουν στους αστρονομικούς υπολογισμούς των 3 Πάσχα.

Προλογίζουν ο Οικουμενικός Πατριάρχης, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών.  Χαιρετίζουν επίσης την έκδοση ο Αρχιραβίνος της Κύπρου και ο Βικάριος του Πάπα στην Κύπρο. 

Στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας δίδει τις αναγκαίες λεπτομέρειες κάθε κεφαλαίου.

Εισαγωγή βιβλίου

Χαιρετισμός Οικουμενικού Πατριάρχη

Χαιρετισμός Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου

Χαιρετισμός Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου

Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον τῆς Κυριακῆς Ε΄ Νηστειῶν

6 апреля, 2020 - 08:37

Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Μουσουρούλη

 

Κυριακή Ε΄ Νηστειῶν
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Τό Αἷμα τοῦ Λυτρωτοῦ (2η ὁμιλία)
«Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ … καθαριεῖ τήν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων»
(Ἑβρ. δ΄14)

«Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ … καθαριεῖ τήν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων»

Οἱ ἑβδομάδες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς διαδέχθηκαν ἡ μία τήν ἄλλη καί χωρίς νά τό καταλάβουμε βρισκόμαστε ἤδη σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα. Τήν Ἑβδομάδα κατά τήν ὁποία θά προσκυνήσουμε, κάτω ἀπό ἐντελῶς ἔκτακτες καί ἰδιότυπες συνθῆκες τά ἄχραντα Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα μᾶς εἰσάγει στό κεντρικώτερο γεγονός Τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, τήν σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Κύριος, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὡς Μέγας Ἀρχιερεύς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, δέν ἐχρησιμοποίησε γιά θυσία τό αἷμα τράγων καί μοσχαριῶν, ὅπως ἔκαναν οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰου-δαίων, ἀλλά «διά τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τά Ἅγια». Μέ τό δικό Του αἷμα εἰσῆλθε μιά φορά γιά πάντα στά ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, δηλαδή στόν θρόνο τοῦ οὐρανοῦ καί πέτυχε γιά μᾶς αἰώνια λύτρωση. Αὐτό ἀκριβῶς τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ «καθαριεῖ τήν συνείδησιν ἡμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων», θά καθαρίσει τή συνείδησή μας ἀπό τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας, πού φέρνουν στή ψυχή τή νέκρωση καί θά μᾶς ἀξιώσει νά λατρεύουμε ἀξίως τόν ζωντανό Θεό. Ἄς μελετήσουμε λοιπόν προσε-κτικά τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή μόνο τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας μπορεῖ νά καθαρίζει τή ψυχή μας καί νά τήν ἀπαλλάσσει ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας καί πῶς γίνεται αὐτό.

****

«Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ … καθαριεῖ τήν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων»

Ὁ Κύριός μας, ἀδελφοί, κατά τή μοναδική καί ἄπειρης ἀξίας σταυρική του θυσία δέν πρόσφερε αἷμα ζώων, ἀλλά ἔχυσε τό δικό του πολύτιμο καί ἀτίμητο αἷμα. Δέν εἰσῆλθε μέ τή θυσία αὐτή στά ἐπίγεια Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἀλλά στά ἄδυτα τοῦ οὐρανοῦ, στόν θρόνο τῆς θεότητος, ἀφοῦ πρόσφερε τό δικό του αἷμα, αἷμα τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ. Αὐτό λοιπόν τό ἀτίμητο αἷμα τοῦ Κυρίου, μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος, εἶναι τό μοναδικό φάρμακο πού μπορεῖ νά καθαρίσει τή συνείδησή μας ἀπό νεκρῶν ἔργων. Διότι τό αἷμα αὐτό εἶναι τό αἷμα τοῦ ἐντελῶς ἀθώου καί ἀναμαρτήτου Θε-ανθρώπου Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεην οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α´Πέτρ. β´22). Γι᾽αὐτό ἀκριβῶς τό αἷμα τοῦ Κυρίου ἔχει τή δύναμη νά καθαρίζει τή ψυχή καί τή ζωή μας ὁλόκληρη ἀπό κάθε ρύπο καί ἁμαρτία. Καθαρίζει, ἁγιάζει καί ζωοποιεῖ, διότι εἶναι τό πανάγιο αἷμα τοῦ Ζωοδότου, τό αἷμα, ἐπαναλαμβάνω, τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου. Αἷμα θεϊκό. Αἷμα πού κρύβει μέσα του τή θεϊκή παντοδυναμία. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ λόγος πού χρησιμοποεῖ ὁ ἱερός ὑμνογράφος γιά νά διατυπώσει τό ἀσύλληπτο μυστήριο. Λέγει στό δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ: « Αἵματι Θεοῦ ὁ ἰός τοῦ ὄφεως ἀποπλύνεται». Μέ τό αἷμα τοῦ Θεοῦ ξεπλένεται τό δηλητήριο τοῦ ἀρχαίου ὄφεως (τοῦ διαβόλου δηλαδή). Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος τονίζει μέ ἔμφαση ὅτι «τοῦτο τό αἷμα ἐκχυθέν πᾶσαν τήν οἰκουμένην ἐξέπλυνε» (PG 59,261). Ὁ δέ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὑπογραμμίζοντας τήν ἀτίμητη ἀξία τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου σημειώνει: Λίγες ρανίδες τοῦ τιμίου αἵματος τοῦ Κυρίου ἀναπλάττουν ὅλο τόν κόσμο (PG 36,6641). Τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου δέν μᾶς δίνει ἁπλῶς μιά ἐξωτερική καθαρότητα, ἀλλά καθαρότητα ψυχῆς. Ἔχει τή δύναμη νά καθαρίσει κάθε ἁμαρτία. Μπορεῖ νά ξερριζώσει ἀπό μέσα μας τούς ὄγκους, τά καρκινώματα τῆς ἁμαρτίας πού ἀπειλοῦν νά μᾶς ὁδηγήσουν στόν αἰώνιο θάνατο. Μᾶς καθαρίζει ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ἀπό τίς ἐνοχές τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. Ἐπουλώνει τά τραύματα τῆς ψυχῆς μας. Θεραπεύει τίς πληγές μας. Εἰρηνεύει τή ζωή μας.

Τό αἷμα τοῦ πασχαλίου ἀρνίου ἐκείνη τή φοβερή νύκτα τῆς ἐξόδου τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τήν Αἴγυπτο ἔσωσε τά πρωτότοκα τῶν Ἑβραίων ἀπό τόν θάνατο. Διότι μέ τό αἷμα αὐτό ἄλειψαν οἱ Ἑβραῖοι τίς παραστάδες τῶν σπιτιῶν τους, καί ἔτσι σώθηκαν ἀπό τόν ὀλοθρευτή ἄγγελο πού ἐθανάτωνε τά πρωτότοκα τῶν Αἰγυπτίων. Τό τίμιο αἷμα τοῦ ἀσπίλου καί ἀμώμου Χριστοῦ λυτρώνει ὅλους μας ἀπό τήν ἀνθρωποκτόνο ἐπιδρομή τοῦ διαβόλου καί τή θανατηφόρο μόλυνση τῆς ἁμαρτίας. Μᾶς λυτρώνει διότι ὁ Κύριος εἶναι «ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. α´29). Πῶς ὅμως γίνεται αὐτό;

*****

Βέβαια ὁ Κύριός μας μία καί μοναδική φορά προσέφερε τό αἷμα του ἐπάνω στόν σταυρό. Αὐτό ὅμως τό τίμιο αἷμα του, πού ἔρρευσε ἀπό τό πανάγιο σῶμα του, τό ἴδιο ἀκριβῶς προσφέρεται διά τῆς Ἐκκλησίας διαρκῶς ἀνά τούς αἰῶνες. Γι᾽αὐτό καί ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς λέγει ὅτι «τό αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α´Ἰω. α´7). Μᾶς καθαρίζει διαρκῶς διά τῆς Ἐκκλησίας. Καί τοῦτο διότι τό πάντιμο ἐκεῖνο αἷμα τοῦ σταυρωθέντος Κυρίου ὄχι μόνο ἐθεμελίωσε καί ἐστερέωσε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί προσφέρεται ἀκατάπαυστα διά τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Στό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως τό αἷμα τοῦ Κυρίου μέ ἕνα τρόπο ἀκατάληπτο καί μυστικό λούζει τή ψυχή μας ἀπό τῶν νεκρῶν ἔργων. Λούεται ἡ ψυχή μας, ὅπως λέγει στήν Ἀποκάλυψη «ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ» (α´5). Πλύνονται καί λευκαίνονται «αἱ στολαί ἡμῶν ἐν τῷ αἵματι τοῦ ἀρνίου» (ζ´14). Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ μᾶς λευκαίνει. Μᾶς μεταμορφώνει. Μᾶς κάνει ὁλόλευκους καί ὁλοφώτεινους.

Στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας μᾶς μεταγγίζει ὁ Κύριος αὐτό τό ἴδιο τίμιο αἷμα του «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καί μᾶς τρέφει μέ τό πανάγιο σῶμα του «εἰς ζωήν αἰώνιον». Ἔτσι ὁλοκληρώνεται καί ὑπογράφεται ἡ κάθαρση καί ὁ λευκασμός τῆς ψυχῆς μας. Κάθε φορά πού κοινωνοῦμε ἀξίως αὐτό τό τίμιο Αἷμα καί τό ἄχραντο Σῶμα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας, μετά ἀπό μιά εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση, πόσο ἀνάλαφροι αἰσθανόμαστε, πόση γαλήνη γευόμαστε, πόσο εἰρηνικοί εἴμαστε. «Πε-πληρωμένοι», γεμάτοι ἀπό τή Χάρι καί τήν ἀνα-γεννητική δύναμη τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Κυρίου μας

****

«Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ … καθαριεῖ τήν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων»

Ἐφέτος, ὅπως εἶπα καί στήν ἀρχή, ὁδεύουμε πρός τήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα καί τό ἅγιο Πάσχα κάτω ἀπό ξεχωριστές συνθῆκες. Πόνος βαθύς αὐλακώνει τίς ψυχές τῶν πιστῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας γιατί τέτοιες μέρες θά στερηθοῦν τόν ἐκκλησιασμό καί κυρίως τήν μετοχή στό Ποτήριο τῆς ζωῆς. Νά εἶστε βέβαιο, ἀδελφοί μου, ὅτι ὁ πόνος εἶναι πολύ πιό βαθύς γιά τούς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὄντως δοκιμασία αὐτή πού περνᾶμε. Αὐτή ἡ δοκιμασία μπορεῖ νά μᾶς φέρει πολύ μεγάλη ὠφέλεια. Νά μᾶς κάνει νά ἐκτιμήσουμε αὐτό πού εἴχαμε μέχρι τώρα καί πού γιά ἕνα χρονικό διάστημα λόγῳ τῶν συνθηκῶν τῆς πανδημίας στερούμεθα. Νά ἀνακρίνουμε τόν ἑαυτό μας κατά πόσο προσερχόμαστε, ἑτοιμασμένοι κατά τό δυνατόν, στό ἱερό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαρι-στίας καί ὄχι ἀπό συνήθεια. Καί νά εἰρηνεύουμε χωρίς νά κατακρίνουμε τούς ἄρχοντές μας, πού καί αὐτοί ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀσφαλῶς πονοῦν γιατί ἀναγκάζονται νά λάβουν αὐστηρά μέτρα γιά τήν προστασία καί τή διασφάλιση τῆς ὑγείας τοῦ λαοῦ. Νά κάνουμε ὑπομονή καί νά ταπεινούμεθα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ἀναγνωρίζοντας ὅτι διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν ταῦτα πάντα ἐπήγαγεν ἐφ᾽ ἡμᾶς. Νά προσευχηθοῦμε θερμότερα γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ λαοῦ, τῆς ἀνθρωπότητας ὅλης ἀπό τή φοβερή δοκιμασία. Νά τονώσουμε τήν πίστη μας στήν ἀγάπη καί τήν πατρική πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Νά πάρουμε σταθερή ἀπόφαση ὥστε «θελήματι Θεοῦ τόν ἐπίλοιπον ἐν σαρκί βιῶσαι χρόνον» (Α´Πέτρ. δ´2). Καί τέλος ἄς μᾶς παρηγορεῖ ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του ἀόρατος πόλεμος σαφῶς λέγει ὅτι, ὅταν γιά κάποιους λόγους δέν μπορεῖ ὁ πιστῶς νά κοινωνήσει αἰσθητῶς τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, τότε κοινωνεῖ τόν Κύριο νοερῶς.

Ὁ δέ ἀρχ.Εὐσέβιος Ματθόπουλος στό βιβλίο του «Ὁ Προορισμός τοῦ ἀνθρώπου», τό ἴδιο πράγμα διδάσκει. «Οἱ χριστιανοί, γράφει οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά κοινωνοῦν συνεχῶς, οὐχί ἐξ αἰτίας προερχομένης ἀπό ἐνοχήν ἤ ἀμέλειαν ἰδικήν των, ἀλλ᾽ἀπό ἐμπόδια ἐνεξάρτητα τῆς θελήσεώς των, …» πρέπει νά ξέρουν ὅτι ὁ Θεός δέν ζητεῖ ἀπό τόν πιστό κάτι πού δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τή θέλησή του, οὔτε τό λογαριάζει ὡς παράλειψη καθήκοντος «ὡς θά ἐλογάριαζεν αὐτό ἐάν ἠδύνατο νά κοινωνῇ συνεχῶς καί ἐξ ἀμελείας του δέν ἐκοινώνει». Γιά νά πεῖ στή συνέχεια ὅτι σέ τέτοιες περιπτώσεις ὁ πιστός φροντίζει ἐντονώτρεα τήν διά ζώσης πίστεως ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο, διά τῆς προσευχῆς, τῆς μελέτης κλπ. Αὐτός ὁ λόγος εἶναι γιά μᾶς ἰδιαίτερα ἐνθαρρυντικός τήν περίοδο αὐτή, διότι δέν μένουμε μακριά ἀπό τό Μυστήριο ἐξ ὑπαιτιότητός μας, ἀπό ραθυμία καί ἀμέλεια, ἀλλά λόγῳ ἐξωτερικῶν συνθηκῶν, τίς ὁποῖες θερμά νά παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά τερματίσει καί νά μᾶς ἐπαναφέρει ἡ ἀγάπη Του στήν κανονική τάξη, ὁπότε μέ περισσότερο ζῆλο, μετάνοια, πίστη καί προσευχή θά ζήσουμε τήν ζωή τῆς λατρείας καί τῆς μετοχῆς στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας.

Αποκάλυψις του Ιωάννου

5 апреля, 2020 - 12:18

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ – ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΓΝΩΜΕΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

 «Μακάριος ο αναγινώσκων
και οι ακούοντες τους λόγους τής προφητείας
και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα». ( Αποκ. α΄3 ).

 ΜΙΑ  ΚΡΙΤΙΚΗ  ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Με αισθήματα βαθύτατης χαράς λάβαμε στα χέρια μας το άρτι εκδοθέν βιβλίο τού διαπρεπούς και εμβριθούς θεολόγου κυρίου Νικολάου Π. Βασιλειάδη με τίτλο:

Α  Π  Ο  Κ  Α  Λ  Υ  Ψ  Ι  Σ

Τ  Ο  Υ    Ι  Ω  Α  Ν  Ν  Ο  Υ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ – ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΓΝΩΜΕΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

Το ανοίξαμε με συγκίνηση. Χρόνια τώρα το περιμέναμε με λαχτάρα. Το νοιώθαμε ως μία πνευματική ανάγκη. Οσάκις δοκιμάζαμε στο παρελθόν  να  μελετήσουμε μόνοι μας « το θεόπνευστο βιβλίο τής Αποκαλύψεως»  ίσχυε και ισχύει αυτό που γράφει ο κύριος Βασιλειάδης. « … για μάς τούς αμαρτωλούς είναι σκοτεινό και μυστηριώδες… για μάς είναι βιβλίο αινιγματικό και δυσνόητο…» ( σελ. 7).

Αν όμως δοκιμάσουμε να το μελετήσουμε με τη βοήθεια των Πατέρων τής Εκκλησίας μας « που είναι οι σάλπιγγες τού Θεού Λόγου και έχουν νούν Χριστού» τότε θα διαπιστώσουμε ότι « είναι βιβλίο γεμάτο τρισήλιο φως». (σελ. 7).

Τώρα, ο κύριος Βασιλειάδης, μάς προσφέρει την Αποκάλυψη τού Ιωάννου, σε 768 σελίδες, πλουσιότατα διανθισμένη, σχολιασμένη και τεκμηριωμένη με την Θεόθεν Πατερική Θεολογία, με Σχόλια και Διδάγματα.

Ο ίδιος γράφει με τη χαρακτηριστική του απλότητα, γλαφυρότητα και ταπεινοφροσύνη:

«Στην εργασία αυτή, που την θεωρήσαμε ως ταπεινή διακονία στο λαό τού Θεού, προσπαθήσαμε να μην εκθέσουμε δικές μας ερμηνείες ή απόψεις, αλλά μόνο τις θέσεις των Θεοφόρων Πατέρων. Αυτών, που η χάρη τής Θεολογίας τους, τους καθοδηγούσε, ώστε με δέος και κατάνυξη, γονατιστοί και πύρινοι, με ιερή έκσταση και αγία σιωπή να αποδέχονται τα ιερά μυστήρια. Ζητήσαμε επίσης και τη χειραγωγία εκκλησιαστικών συγγραφέων και ιερών ερμηνευτών. Εμείς, οι μικροί, ρωτήσαμε για όλα Εκείνους, όπως μάς συμβουλεύει το Άγιον Πνεύμα. (πρβλ. Β΄Εσδρ.ε΄9. Ψαλ. μγ΄ {43} 2).

Και  τονίζοντας τη μεγάλη αξία τού βιβλίου γράφει:

«Το θεόπνευστο βιβλίο τής Αποκαλύψεως για μάς τους αμαρτωλούς είναι σκοτεινό και μυστηριώδες. Όμως για τους Πατέρες, που είναι οι σάλπιγγες τού Θεού Λόγου και έχουν « νουν Χριστού» ( Α΄Κορ. β΄16), είναι βιβλίο γεμάτο τρισήλιο φως…»  σελ.7.

Στις  σελίδες 44 – 45 ( ιδέ και  οπισθόφυλλο), αξιολογώντας τη σπουδαιότητα και την ωφελιμότητα τού βιβλίου τής Αποκαλύψεως,  γράφει χαρακτηριστικά:

«Η Αποκάλυψις διαφωτίζει, δείχνει τον δρόμο προς τη μακαρία και αιωνία ζωή. Φωτίζει την ψυχή, ώστε να κατανοεί όσα συμβαίνουν στον κόσμο κάτω από το πρίσμα τής αιωνιότητος. Στηρίζει την ψυχή τού Χριστιανού, ιδιαίτερα σε καιρούς κρισίμους, όπως είναι οι δικοί μας…

Η Αποκάλυψις δεν είναι βιβλίο περιστασιακό, για ορισμένο μόνο χρόνο ή εποχή, αλλά βιβλίο διαχρονικό. Θα  μελετάται μέχρι που να αντηχήσει η στοργική φωνή τού Νυμφίου Χριστού, ο Οποίος μαρτυρεί αυτά που έχουν γραφεί στην Αποκάλυψιν και η οποία λέγει: «Έρχομαι ταχύ», οπότε και θα ακουσθεί η φωνή τής Νύμφης Εκκλησίας του∙ « Αμήν, ναί έρχου, Κύριε Ιησού» ( Αποκ. κβ΄{22} 20).

Μ Ε Θ Ο Δ Ο Λ Ο Γ Ι Α  Τ Η Σ  Σ Υ Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ

Η ψυχή τού αναγνώστη γεμίζει  δέος, όταν διαισθάνεται πόσος θεολογικός και επιστημονικός μόχθος, και σίγουρα πόση προσευχή υπάρχει πίσω από κάποιες έννοιες, τις οποίες ο ίδιος μπορεί ασυναίσθητα να περάσει μέσα σε λίγα λεπτά. Μάς το λέγει ό ίδιος στον Πρόλογό του: « Προσπαθήσαμε με προσευχή και με τη στοργική χειραγωγία των Θεοσόφων Πατέρων να υπογραμμίσουμε τα σωτήρια θεολογικά νοήματα τής Αποκαλύψεως » σελ. 8.

Ο μελετητής μένει πραγματικά «ενεός» για τη λεπταισθησία  και συνάμα τη γλαφυρότητα τής έκφρασης τού κυρίου Βασιλειάδη καθώς και  για την εμβρίθεια με την οποία διεισδύει και αναλύει κάθε δύσκολη έννοια.

Ο αναγνώστης χαίρεται πραγματικά όχι μόνο την πολυμέρεια των γνώσεών του  αλλά και κυρίως το βαθύ διεισδυτικό και θεολογικό του  πνεύμα και χάρισμα.

Και ενώ η ψυχή σου γεμίζει με θαυμασμό τόσο για την Θεόθεν όσο και για τη θύραθεν σοφία Του, μια άλλη έννοια αρκούντως υπέρτερη, την οποία βιώνεις στα γραφόμενά του, έρχεται να σε συνδέσει πνευματικά με τον Συγγραφέα. Είναι η απέραντη ταπεινοφροσύνη του.

Αυτή η αρετή απαιτείται και από μάς προκειμένου να βιώσουμε τα διαχρονικά μηνύματα τής Αποκαλύψεως. Την επισημαίνει ιδιαιτέρως ο Συγγραφέας:

« Ωστόσο βασική προϋπόθεση κατανοήσεως τής Αποκαλύψεως είναι η αγία ζωή, ο καθαρός νους, το ταπεινό φρόνημα, η προσευχητική προσέγγιση και εκζήτηση των πρεσβειών των Ορθοδόξων ερμηνευτών – Πατέρων και ιδιαίτερα Εκείνου που συνέγραψε την Αποκάλυψη. Και πέραν αυτών η εκζήτηση τού φωτισμού τού Τριαδικού Θεού» ( Σελ.34).

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Η Έκδοση τού βιβλίου τής Αποκαλύψεως τού Ιωάννου αποτελούσε για όλους μας μια βαθιά  πνευματική  ανάγκη. Ήταν ένας πόθος και μια εκζήτηση που τώρα έγινε μια απτή πραγματικότητα. Δεκαετηρίδες το περιμέναμε και τώρα βρίσκεται πια στα χέρια μας, έτοιμο για  «πνευματική πανδαισία και τρυφή».

Γι’ αυτό ένα πηγαίο αίσθημα βαθύτατης ευγνωμοσύνης εκπηγάζει μέσα από την ψυχή μας για τον ακαταπόνητο Συγγραφέα, τον πολυσέβαστό μας κύριο Νικόλαο Βασιλειάδη.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η επιστήμη τής Θεολογίας εμπλουτίζεται με ένα ακόμη περισπούδαστο σύγγραμμά Του, το οποίο πληθωρικά και αξιολογικά γεμίζει ένα κενό που  υπήρχε. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι στο μέλλον θα αποτελεί την πηγή των πηγών για οποιονδήποτε προβληματισμό γύρω από τα θέματα τής Αποκάλυψεως τού Ιωάννου.

Την επιστημονική και θεολογική του προσωπικότητα και τους ηδυμελίφθογγους παλμούς  και οραματισμούς τής χριστιανικής του ψυχής, θα τους βιώνει ο αναγνώστης, σε κάθε σελίδα τού βιβλίου τής Ιεράς Αποκαλύψεως ή οποιουδήποτε άλλου του βιβλίου μελετήσει.

Απλώς νοιώθω την ανάγκη να επαναλάβω, ενδεικτικά, εκείνο που επιγραμματικά είπε ο Μακαριώτατος, όταν, εις ένδειξη ευγνωμοσύνης τής Κύπριδας Εκκλησίας για την προσφορά του προς Αυτήν, τού απένειμε το χρυσούν παράσημο τού Αποστόλου Παύλου:

«…πιστεύω ακράδαντα ότι ο κύριος Νικόλαος Βασιλειάδης, με την καθόλου συγγραφική, θεολογική, επιστημονική και εθνική  του δράση, ανήκει στους πνευματικούς ταγούς τού Νέου Ελληνισμού και τιμά ιδιαιτέρως την Κύπρο μας».

Γι’ αυτό, ας μελετήσουμε και το βιβλίο του αυτό « που είναι γεμάτο τρισήλιο φως» με «βαθύτατη συναίσθηση τής ανεπάρκειας και τής πτωχείας μας και ταυτόχρονα με σαφή επίγνωση ότι ζούμε σ’ ένα χαοτικό κόσμο συγκρητισμού και συγχύσεως.

Ας τολμήσουμε να προσεγγίσουμε το προφητικό κείμενο τής Αποκαλύψεως με άγιο φόβο, ευλάβεια και απόλυτο σεβασμό προς τον λόγο τού Αποστόλου « μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τούς λόγους τής προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα» ( Αποκ. α΄3), ( σελ.7).

Σημείωση: Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προμηθευτούν το βιβλίο « Η Αποκάλυψις τού Ιωάννου » από το βιβλιοπωλείο « Ο Σωτήρ », οδός Ελλάδος 113, Λεμεσός, τηλ. 25- 355081 ή από τον υπεύθυνο κύριο Γρηγόρη Μουσουρούλη, τηλ. 99 – 213773 ή από το βιβλιοπωλείο τής Ιεράς Αρχιεπισκοπής που βρίσκεται κοντά στην Αρχιεπισκοπή στην οδό Κοραή 20, τηλ.22-430301

Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως

5 апреля, 2020 - 10:49

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τὸ Μυστήριο τοῦ μεγάλου καὶ Μυστικοῦ Δείπνου, ποὺ ἵδρυσε καὶ τέλεσε πρῶτος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ τὸ βράδυ τῆς Πέμπτης, πρὶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα (Παρασκευή). Αὐτὸ τὸ Μυστήριο παρέδωσε ὁ Κύριος στὴν Ἐκκλησία Του γιὰ νὰ τελεσιουργεῖται σὲ κάθε θεία Λειτουργία.

Ὡς Μυστήριο ἡ θεία Εὐχαριστία ἔχει τὴν ἔννοια ὅτι κάτω ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου, τὰ ὁποῖα ἁγιάζονται μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὑπάρχουν πραγματικὰ τὸ ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶναι τὸ Σῶμα ποὺ γεννήθηκε, πέθανε στὸ Σταυρό, ἀναστήθηκε ἀπὸ τὸν τάφο καὶ θεωμένο ἀναλήφθηκε ἐν δόξῃ στοὺς οὐρανούς, ὅπου κάθεται «ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς».

Ἡ θεία Εὐχαριστία, ὅμως, εἶναι ταυτόχρονα καὶ θυσία. Εἶναι πραγματική, ἀληθινή, ἀναίμακτη θυσία. Εἶναι ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου στὸ Γολγοθᾶ, ἡ ὁποία ἐπαναλαμβάνεται σὲ κάθε Λειτουργικὴ σύναξή μας «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας».

Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι Μυστήριο κατεξοχὴν θεοποιητικό. Εἶναι τὸ Μυστήριο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῶ στὰ ἄλλα Μυστήρια παρέχεται ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν πιστῶν, στὴ θεία Εὐχαριστία παρέχεται ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του, τὰ ὁποῖα μεταλαμβάνοντας οἱ πιστοὶ ἑνώνονται μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μεταξύ τους σὲ μιὰ κοινωνία βαθιὰ χριστολογικὴ καὶ ἀνθρωπολογική. Γι᾿ αὐτὸ ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τὸ κατεξοχὴν Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

* * *

Ἡ Μετάληψη εἶναι ἡ τελευταία, ἡ πιὸ σημαντική, ἡ πιὸ οὐσιαστικὴ πράξη συμμετοχῆς τῶν πιστῶν στὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Τότε ὁλοκληρώνεται τὸ Μυστήριο, ὅταν μεταλαμβάνουμε τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ ὅταν μετέχουμε τῆς θεότητας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Προκειμένου ὅμως νὰ προσέλθουμε στὴ θεία Μετάληψη ἀπαραίτητη εἶναι καὶ ἡ σχετικὴ προετοιμασία, ποὺ πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογη μὲ τὴν ἱερότητα τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ὁ πιστὸς πρέπει νὰ ἔχει σαφὴ αἴσθηση τῆς ἱερότητας τῆς θείας Μεταλήψεως. Νὰ πιστεύει ἀπόλυτα ὅτι πρόκειται περὶ τροφῆς μυστηριακῆς, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο λαμβάνει μέσα του ὁλόκληρο τὸ Χριστό· ὅτι γίνεται χριστοφόρος καὶ θεοφόρος. καὶ γιαυτὸ δὲν πρέπει νὰ προσέρχεται στὴ θεία Μετάληψη ἐπιπόλαια καὶ μηχανικά, ἀπὸ ἁπλὴ συνήθεια, ἀλλὰ νὰ εἶναι ὅσο γίνεται «καθαρὸς» γιὰ νὰ δεχτεῖ μέσα του τὸν Καθαρὸ (τὸ Χριστὸ). Ἡ κατάσταση αὐτὴ ἀφορᾶ στὴν κάθαρση τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, τὸν «κρυπτὸν τῆς καρδίας ἄνθρωπον», τὴν κάθαρση δηλαδὴ τῆς σκέψης, τῆς ἐπιθυμίας καὶ τῆς βουλήσεως, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸν συνεχὴ ἀγώνα κατὰ τῆς ἁμαρτίας κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ πατέρα.

* * *

Ἡ ὅλη προετοιμασία γιὰ τὴ θεία Κοινωνία ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν Ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία μέρη· τὸν Κανόνα, ποὺ διαβάζεται τὴν παραμονὴ τῆς ἡμέρας κατὰ τὴν ὁποία θὰ κοινωνήσει ὁ πιστός· τὴν κυρίως Ἀκολουθία, μὲ τὶς εὐχές, ποὺ διαβάζεται τὸ πρωί, προτοῦ μεταβοῦμε στὴν ἐκκλησία γιὰ τὴ θεία Λειτουργία· καὶ ἀπὸ τὶς μικρὲς εὐχὲς ποὺ λέγει ὁ λειτουργὸς ἀμέσως πρὸ τῆς θείας Μεταλήψεως.

Κάθε φορά, λοιπόν, ποὺ πρόκειται νὰ μεταλάβουμε τὰ ἄχραντα Μυστήρια, μὲ εὐλάβεια μεγάλη καὶ πόθο ἱερό, μὲ συναίσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας μας ἀλλὰ καὶ ἐλπίδα στὸ ἔλεος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας, ἀπὸ τὸ βράδυ νὰ διαβάζουμε μὲ προσοχὴ καὶ κατάνυξη πολλὴ τὴν Ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως, γιὰ ν᾿ ἀκολουθήσει τὴν ἑπομένη ἡ συμμετοχή μας στὴ Λειτουργικὴ σύναξη καὶ τὴ θεία Μετάληψη τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ μας, «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον».

Ε.Γ.Κ.

ΕΙΣ ΤΟ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΝ

Μέλλων προσελθεῖν τοῖς ἀχράντοις Μυστηρίοις, μετὰ τὴν ἀφ᾿ ἑσπέρας εἰθισμένην Ἀκολουθίαν τοῦ Ἀποδείπνου, ἕως τέλους τοῦ «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν…», λέγε μετὰ κατανύξεως τὸν παρόντα Κανόνα, οὗ ἡ ἀκροστιχὶς κατ᾿ ἀλφάβητον.

Μέλλων προσελθεῖν τοῖς ἀχράντοις Μυστηρίοις, μετὰ τὴν ἀφ᾿ ἑσπέρας εἰθισμένην Ἀκολουθίαν τοῦ Ἀποδείπνου, ἕως τέλους τοῦ, Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν… λέγε μετὰ κατανύξεως τὸν παρόντα Κανόνα οὗ ἡ Ἀκροστιχὶς κατ᾿ Ἀλφάβητον.

Ο ΚΑΝΩΝ

ᾨδὴ α´. Ἦχος β´. Δεῦτε λαοί.

Ἄρτος ζωῆς αἰωνιζούσης γενέσθω μοι τὸ Σῶμά σου τὸ ἅγιον, εὔσπλαγχνε Κύριε, καὶ τὸ Τίμιον Αἷμα, καὶ νόσων πολυτρόπων ἀλεξητήριον.

Βεβηλωθεὶς ἔργοις ἀτόποις ὁ δείλαιος, τοῦ σοῦ ἀχράντου Σώματος καὶ Θείου Αἵματος ἀνάξιος ὑπάρχω, Χριστέ, τῆς μετουσίας, ἧς με ἀξίωσον.

Θεοτοκίον.

Γῆ ἀγαθή, εὐλογημένη Θεόνυμφε, τὸν στάχυν ἡ βλαστήσασα τὸν ἀγεώργητον καὶ σωτήριον κόσμῳ, ἀξίωσόν με τοῦτον τρώγοντα σώζεσθαι.

ᾨδὴ γ´. Ἐν πέτρᾳ με τῆς πίστεως.

Δακρύων μοι παράσχου, Χριστέ, ῥανίδας, τὸν ῥύπον τῆς καρδίας μου καθαιρούσας, ὡς ἂν εὐσυνειδότως κεκαθαρμένος, πίστει προσέρχωμαι καὶ φόβῳ, Δέσποτα, ἐν τῇ μεταλήψει τῶν θείων δώρων σου.

Εἰς ἄφεσιν γενέσθω μοι τῶν πταισμάτων τὸ ἄχραντόν σου Σῶμα καὶ θεῖον Αἷμα, εἰς Πνεύματος Ἁγίου τε κοινωνίαν καὶ εἰς αἰώνιον ζωήν, Φιλάνθρωπε, καὶ παθῶν καὶ θλίψεων ἀλλοτρίωσιν.

Θεοτοκίον.

Ζωῆς τοῦ Ἄρτου τράπεζα, Παναγία, τοῦ ἄνωθεν δι᾿ ἔλεον καταβάντος, καὶ κόσμῳ καινοτέραν ζωὴν διδόντος, κἀμὲ ἀξίωσον νῦν τὸν ἀνάξιον, μετὰ φόβου γεύσασθαι τούτου καὶ ζήσεσθαι.

ᾨδὴ δ´. Ἐλήλυθας ἐκ Παρθένου.

Ἠθέλησας δι᾿ ἡμᾶς σαρκωθείς, Πολυέλεε, τυθῆναι ὡς πρόβατον διὰ βροτῶν ἁμαρτήματα· ὅθεν ἱκετεύω σε καὶ τὰ ἐμὰ ἐξαλεῖψαι πλημμελήματα.

Θεράπευσον τῆς ψυχῆς μου τὰ τραύματα, Κύριε, καὶ ὅλον ἁγίασον καὶ καταξίωσον, Δέσποτα, ὅπως κοινωνήσω σου τοῦ μυστικοῦ Θείου Δείπνου ὁ ταλαίπωρος.

Θεοτοκίον.

Ἱλέωσαι καὶ ἐμοὶ τὸν ἐκ σπλάγχνων σου, Δέσποινα, καὶ τήρει με ἄῤῥυπον τὸν σὸν ἱκέτην καὶ ἄμεμπτον, ὅπως εἰσδεχόμενος τὸν νοητὸν μαργαρίτην ἁγιάζωμαι.

ᾨδὴ ε´. Ὁ τοῦ φωτὸς χορηγός.

Καθὼς προέφης, Χριστέ, γενέσθω δὴ τῷ εὐτελεῖ δούλῳ σου· καὶ ἐν ἐμοὶ μεῖνον ὡς ὑπέσχου· ἰδοὺ γὰρ τὸ Σῶμα τρώγω σου τὸ θεῖον καὶ πίνω τὸ Αἷμὰ σου.

Λόγε Θεοῦ καὶ Θεέ, ὁ ἄνθραξ γένοιτο τοῦ σοῦ Σώματος εἰς φωτισμὸν τῷ ἐσκοτισμένῳ ἐμοί, καὶ καθαρισμὸν τῆς βεβηλωθείσης ψυχῆς μου τὸ Αἷμὰ σου.

Θεοτοκίον.

Μαρία μῆτερ Θεοῦ, τῆς εὐωδίας τὸ σεπτὸν σκήνωμα, ταῖς σαῖς εὐχαῖς σκεῦος ἐκλογῆς με ἀπέργασαι, ὅπως τῶν ἁγιασμάτων μετέχω τοῦ Τόκου σου.

ᾨδὴ Ϛ´. Ἐν ἀβύσσῳ πταισμάτων.

Νοῦν, ψυχὴν καὶ καρδίαν ἁγίασον, Σῶτερ, καὶ τὸ σῶμά μου, καὶ καταξίωσον ἀκατακρίτως, Δέσποτα, τοῖς φρικτοῖς μυστηρίοις προσέρχεσθαι.

Ξενωθείην παθῶν, καὶ τῆς χάριτος σχοίην τε προσθήκην ζωῆς καὶ ἀσφάλειαν, διὰ τῆς μεταλήψεως τῶν ἁγίων, Χριστέ, Μυστηρίων σου.

Θεοτοκίον.

Ὁ Θεοῦ Θεὸς Λόγος ὁ Ἅγιος, ὅλον με ἁγίασον νῦν προσερχόμενον τοῖς θείοις Μυστηρίοις σου, τῆς ἁγίας Μητρός σου δεήσεσι.

Κοντάκιον. Ἦχος β´. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὸν Ἄρτον, Χριστέ, λαβεῖν μὴ ὑπερίδῃς με, τὸ Σῶμα τὸ σὸν καὶ τὸ θεῖον νῦν Αἷμά σου· τῶν ἀχράντων, Δέσποτα, καὶ φρικτῶν Μυστηρίων σου μετασχεῖν τῷ ἀθλίῳ, μὴ εἰς κρῖμά μοι γένοιτο· γένοιτο δέ μοι εἰς ζωὴν αἰώνιον καὶ ἀθάνατον.

ᾨδὴ ζ´. Εἰκόνος χρυσῆς.

Πηγὴ ἀγαθῶν ἡ μετάληψις, Χριστέ, τῶν ἀθανάτων σου νῦν Μυστηρίων· γενηθήτω μοι φῶς καὶ ζωὴ καὶ ἀπάθεια, καὶ πρὸς ἀρετῆς θειοτέρας προκοπὴν καὶ ἐπίδοσιν πρόξενος, μόνε Ἀγαθέ, ὅπως δοξάζω σε.

Ῥυσθείην παθῶν καὶ ἐχθρῶν καὶ ἀναγκῶν καὶ πάσης θλίψεως, τρόμῳ καὶ πόθῳ προσιὼν τανῦν, μετ᾿ εὐλαβείας, Φιλάνθρωπε, σοῦ τοῖς ἀθανάτοις καὶ θείοις Μυστηρίοις καὶ ψάλλων σοι· Εὐλογητὸς εἶ ὁ Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Θεοτοκίον.

Σωτῆρα Χριστὸν ἡ τεκοῦσα ὑπὲρ νοῦν, Θεοχαρίτωτε, ἐκδυσωπῶ σε νῦν ὁ δοῦλός σου, τὴν καθαρὰν ὁ ἀκάθαρτος· μέλλοντά με νῦν τοῖς ἀχράντοις Μυστηρίοις προσέρχεσθαι, κάθαρον ὅλον μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος.

ᾨδὴ η´. Τὸν ἐν καμίνῳ τοῦ πυρός.

Τῶν οὐρανίων καὶ φρικτῶν καὶ ἁγίων σου, Χριστέ, νῦν Μυστηρίων, καὶ τοῦ Θείου σου Δείπνου καὶ μυστικοῦ κοινωνὸν γενέσθαι κἀμὲ καταξίωσον, τὸν ἀπεγνωσμένον, ὁ Θεὸς ὁ Σωτήρ μου.

Ὑπὸ τὴν σὴν καταφυγὼν εὐσπλαγχνίαν, Ἀγαθέ, κράζω σοι φόβῳ· Ἐν ἐμοὶ μεῖνον, Σῶτερ, κἀγώ, ὡς ἔφης ἐν σοί· ἰδοὺ γάρ, θαῤῥῶν τῷ ἐλέει σου, τρώγω σου τὸ Σῶμα καὶ πίνω σου τὸ Αἷμα.

Θεοτοκίον.

Φρίττω δεχόμενος τὸ πῦρ, μὴ φλεχθῶ ὡσεὶ κηρὸς καὶ ὡσεὶ χόρτος. Ὤ φρικτοῦ Μυστηρίου! Ὤ εὐσπλαγχνίας Θεοῦ! Πῶς θείου Σώματος καὶ Αἵματος ὁ πηλὸς μετέχω καὶ ἀφθαρτοποιοῦμαι;

ᾨδὴ θ´. Ἀνάρχου γεννήτορος.

Χρηστός ἐστι, γεύσασθε καὶ ἴδετε, ὁ Κύριος· δι᾿ ἡμᾶς καθ᾿ ἡμᾶς γὰρ πάλαι γενόμενος, ἅπαξ ἑαυτόν τε προσάξας, ὡς προσφορὰν Πατρὶ τῷ ἰδίῳ ἀεὶ σφαγιάζεται, ἁγιάζων τοὺς μετέχοντας.

Ψυχὴν σὺν τῷ σώματι ἁγιασθείην, Δέσποτα, φωτισθείην, σωθείην, γενοίμην οἶκός σου τῇ τῶν Μυστηρίων μεθέξει τῶν ἱερῶν, ἔνοικόν σε ἔχων σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι, εὐεργέτα Πολυέλεε.

Ὡς πῦρ γενηθήτω μοι καὶ ὡσεὶ φῶς τὸ Σῶμά σου καὶ τὸ Αἷμα, Σωτήρ μου, τὸ τιμιώτατον, φλέγον ἁμαρτίας τὴν ὕλην, καὶ ἐμπιπρῶν παθῶν τὰς ἀκάνθας καὶ ὅλον φωτίζον με προσκυνεῖν σου τὴν Θεότητα.

Θεοτοκίον.

Θεὸς σεσωμάτωται, ἐκ τῶν ἁγνῶν αἱμάτων σου· ὅθεν πᾶσα ὑμνεῖ σε γενεά, Δέσποινα· νόων τε τὰ πλήθη δοξάζει, ὡς διὰ σοῦ σαφῶς κατιδόντα τὸν πάντων δεσπόζοντα, οὐσιωθέντα τὸ ἀνθρώπινον.

Καὶ εὐθὺς τὸ Ἄξιόν ἐστιν. Τρισάγιον. Δόξα. Καὶ νῦν. Παναγία Τριάς. Κύριε, ἐλέησον (γ´). Δόξα. Καὶ νῦν. Πάτερ ἡμῶν. Ὅτι σοῦ ἐστιν. Καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ Ἀποδείπνου καὶ Ἀπόλυσις.

 

Τῌ ΕΠΑΥΡΙΟΝ

Τὴν πρωΐαν μετὰ τὴν συνήθη Ἑωθινὴν Ἀκολουθίαν, λέγε·

Τρισάγιον… Δόξα. Καὶ νῦν. Παναγία Τριάς… Κύριε, ἐλέησον (γ´) Δόξα. Καὶ νῦν. Πάτερ ἡμῶν… Ὅτι σοῦ ἐστιν… Κύριε, ἐλέησον (ιβ´) Δόξα. Καὶ νῦν. Δεῦτε προσκυνήσωμεν… (γ´), καὶ τοὺς ἑπομένους Ψαλμούς·

Ψαλμὸς ΚΒ´ (22)
Κύριος ποιμαίνει με καὶ οὐδέν με ὑστερήσει· εἰς τόπον χλόης, ἐκεῖ με κατεσκήνωσεν. Ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως ἐξέθρεψέ με· τὴν ψυχήν μου ἐπέστρεψεν. Ὡδήγησέ με ἐπὶ τρίβους δικαιοσύνης ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ. Ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ᾿ ἐμοῦ εἶ. Ἡ ῥάβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου, αὗταί με παρεκάλεσαν. Ἡτοίμασας ἐνώπιόν μου τράπεζαν, ἐξ ἐναντίας τῶν θλιβόντων με. Ἐλίπανας ἐν ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου, καὶ τὸ ποτήριόν σου μεθύσκον με ὡσεὶ κράτιστον. Καὶ τὸ ἔλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου. Καὶ τὸ κατοικεῖν με ἐν οἴκῳ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν.

Ψαλμὸς ΚΓ´ (23)
Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς· ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ. Αὐτὸς ἐπὶ θαλασσῶν ἐθεμελίωσεν αὐτὴν καὶ ἐπὶ ποταμῶν ἡτοίμασεν αὐτήν. Τὶς ἀναβήσεται εἰς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου; ἢ τὶς στήσεται ἐν τόπῳ ἁγίῳ αὐτοῦ; Ἀθῷος χερσὶ καὶ καθαρὸς τῇ καρδίᾳ, ὃς οὐκ ἔλαβεν ἐπὶ ματαίῳ τὴν ψυχὴν αὑτοῦ καὶ οὐκ ὤμοσεν ἐπὶ δόλῳ τῷ πλησίον αὐτοῦ. Οὗτος λήψεται εὐλογίαν παρὰ Κυρίου, καὶ ἐλεημοσύνην παρὰ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ. Αὕτη ἡ γενεὰ ζητούντων τὸν Κύριον, ζητούντων τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ. Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης. Τίς ἐστιν οὗτος ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης; Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ. Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης. Τίς ἐστιν οὗτος ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης; Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης.

Ψαλμὸς ΡΙΕ´ (115)
Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα· ἐγὼ δὲ ἐταπεινώθην σφόδρα. Ἐγὼ δὲ εἶπα ἐν τῇ ἐκστάσει μου· Πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης. Τί ἀνταποδώσω τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων, ὧν ἀνταπέδωκέ μοι; Ποτήριον

σωτηρίου λήψομαι καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι. Τὰς εὐχάς μου τῷ Κυρίῳ ἀποδώσω, ἐναντίον παντὸς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ. Ὦ Κύριε, ἐγὼ δοῦλος σός, ἐγὼ δοῦλος σὸς καὶ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου· διέῤῥηξας τοὺς δεσμούς μου. Σοὶ θύσω θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἐν ὀνόματι Κυρίου ἐπικαλέσομαι. Τὰς εὐχὰς μου τῷ Κυρίῳ ἀποδώσω ἐναντίον παντὸς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ἐν αὐλαῖς οἴκου Κυρίου ἐν μέσῳ σου, Ἱερουσαλήμ.

Δόξα. Καὶ νῦν. Ἀλληλούϊα (γ´). Δόξα σοι ὁ Θεός. Κύριε, ἐλέησον (γ´).

Καὶ τὰ παρόντα τροπάρια.
Ἦχος πλ. β´.
Τὰς ἀνομίας μου πάριδε, Κύριε, ὁ ἐκ Παρθένου τεχθείς, καὶ τὴν καρδίαν μου καθάρισον, ναὸν αὐτὴν ποιῶν τοῦ ἀχράντου σου Σώματος καὶ Αἵματος· μή με ἐξουδενώσῃς ἀπὸ τοῦ σοῦ προσώπου, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ μέγα ἔλεος.

Δόξα.
Εἰς τὴν μετάληψιν τῶν Ἁγιασμάτων σου πῶς ἀναιδεσθῶ ὁ ἀνάξιος; ἐὰν γὰρ τολμήσω σοι προσελθεῖν σὺν τοῖς ἀξίοις, ὁ χιτών με ἐλέγχει, ὅτι οὐκ ἔστι τοῦ Δείπνου, καὶ κατάκρισιν προξενήσω τῇ πολυαμαρτήτῳ μου ψυχῇ. Καθάρισον, Κύριε, τὸν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου καὶ σῶσόν με, ὡς φιλάνθρωπος.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον
Πολλὰ τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν, Θεοτόκε, πταισμάτων· πρὸς σὲ κατέφυγον, ἁγνή, σωτηρίας δεόμενος. Ἐπίσκεψαι τὴν ἀσθενοῦσάν μου ψυχὴν καὶ πρέσβευε τῷ Υἱῷ σου καὶ Θεῷ ἡμῶν, δοθῆναί μοι τὴν ἄφεσιν, ὧν ἔπραξα δεινῶν, μόνη εὐλογημένη.

Τῇ δὲ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Πέμπτῃ, τὸ παρόν.
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταὶ ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβὴς φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο καὶ ἀνόμοις κριταῖς σέ, τὸν δίκαιον Κριτήν, παραδίδωσι. Βλέπε, χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον· φεῦγε ἀκόρεστον ψυχήν, τὴν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε, δόξα σοι.

Τό, Κύριε, ἐλέησον (μ´), μετανοίας ὅσας βούλει, καὶ ἀμέσως τὰς ἑπομένας Ἰκετηρίους Εὐχάς.

ΣΤΙΧΟΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΙ
Περὶ τοῦ, πῶς δεῖ προσέρχεσθαι
τοῖς Ἀχράντοις Μυστηρίοις
Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ
Μέλλων φαγεῖν, ἄνθρωπε, Σῶμα Δεσπότου,
φόβῳ πρόσελθε, μὴ φλεγῇς· πῦρ τυγχάνει.
Θεῖον δὲ πίνων Αἷμα πρὸς μετουσίαν,
πρῶτον καταλλάγηθι τοῖς σὲ λυποῦσιν,
ἔπειτα θαῤῥῶν, μυστικὴν βρῶσιν φάγε.
Ἕτεροι ὅμοιοι.
Πρὸ τοῦ μετασχεῖν τῆς φρικώδους θυσίας,
τοῦ ζωοποιοῦ Σώματος τοῦ Δεσπότου,
τῷδε πρόσευξαι τῷ τρόπῳ μετὰ τρόμου.

ΕΥΧΗ Α´
Τοῦ Μεγάλου Βασιλείου

Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀθανασίας, ὁ πάσης ὁρατῆς καὶ ἀοράτου κτίσεως δημιουργός, ὁ τοῦ ἀνάρχου Πατρὸς συναΐδιος Υἱὸς καὶ συνάναρχος, ὁ δι᾿ ὑπερβολὴν ἀγαθότητος ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν σάρκα φορέσας, καὶ σταυρωθεὶς καὶ τυθεὶς ὑπὲρ τῶν ἀχαρίστων καὶ ἀγνωμόνων ἡμῶν, καὶ τῷ οἰκείῳ σου Αἵματι ἀναπλάσας τὴν φθαρεῖσαν ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας φύσιν ἡμῶν, αὐτὸς ἀθάνατε Βασιλεῦ, πρόσδεξαι κἀμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ τὴν μετάνοιαν καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ εἰσάκουσον τῶν ῥημάτων μου· ἥμαρτον γάρ, Κύριε, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου καὶ οὔκ εἰμι ἄξιος ἀτενίσαι εἰς τὸ ὕψος τῆς δόξης σου· παρώργισα γάρ σου τὴν ἀγαθότητα, τὰς σὰς ἐντολὰς παραβὰς καὶ μὴ ὑπακούσας τοῖς σοῖς προστάγμασιν. Ἀλλὰ σύ, Κύριε, ἀνεξίκακος ὤν, μακρόθυμός τε καὶ πολυέλεος, οὐ παρέδωκάς με συναπολέσθαι ταῖς ἀνομίαις μου, τὴν ἐμὴν πάντως ἀναμένων ἐπιστροφήν. Σὺ γὰρ εἶπας, φιλάνθρωπε, διὰ τοῦ προφήτου σου, ὅτι οὐ θελήσει θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὡς τὸ ἐπιστρέψαι καὶ ζῆν αὐτόν· οὐ γὰρ βούλει, Δέσποτα, τὸ πλάσμα τῶν σῶν ἀπολέσθαι χειρῶν, οὐδὲ εὐδοκεῖς ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ἀνθρώπων, ἀλλὰ θέλεις πάντας σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν. Διὸ κἀγώ, εἰ καὶ ἀνάξιὸς εἰμι τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ αὐτῆς τῆς προσκαίρου ζωῆς ὅλον ἑμαυτὸν ὑποτάξας τῇ ἁμαρτίᾳ καὶ ταῖς ἡδοναῖς δουλώσας καὶ τὴν σὴν ἀχρειώσας εἰκόνα, ἀλλὰ ποίημα καὶ πλάσμα σὸν γεγονώς, οὐκ ἀπογινώσκω τὴν ἐμαυτοῦ σωτηρίαν ὁ ἄθλιος· τῇ δὲ σῇ ἀμετρήτῳ εὐσπλαγχνίᾳ θαῤῥήσας προσέρχομαι. Δέξαι οὖν κἀμέ, φιλάνθρωπε Χριστέ, ὡς τὴν Πόρνην, ὡς τὸν Λῃστήν, ὡς τὸν Τελώνην καὶ ὡς τὸν Ἄσωτον· καὶ ἆρόν μου τὸ βαρὺ φορτίον τῶν ἁμαρτιῶν, ὁ τὴν ἁμαρτίαν αἴρων τοῦ κόσμου καὶ τὰς ἀσθενείας τῶν ἀνθρώπων ἰώμενος· ὁ τοὺς κοπιῶντας καὶ πεφορτισμένους πρὸς σεαυτὸν καλῶν καὶ ἀναπαύων· ὁ μὴ ἐλθὼν καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν· καὶ καθάρισόν με ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος· δίδαξόν με ἐπιτελεῖν ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ σου, ἵνα ἐν καθαρῷ τῷ μαρτυρίῳ τῆς συνειδήσεώς μου, τῶν ἁγιασμάτων σου τὴν μερίδα ὑποδεχόμενος, ἑνωθῶ τῷ ἁγίῳ Σώματί σου καὶ Αἵματι, καὶ ἕξω σε ἐν ἐμοὶ κατοικοῦντα καὶ μένοντα σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι. Ναί, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου· καὶ μὴ εἰς κρῖμά μοι γένοιτο ἡ μετάληψις τῶν ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν Μυστηρίων σου, μηδὲ ἀσθενὴς γενοίμην ψυχῇ τε καὶ σώματι, ἐκ τοῦ ἀναξίως αὐτῶν μεταλαμβάνειν· ἀλλὰ δός μοι, μέχρι τελευταίας μου ἀναπνοῆς, ἀκατακρίτως ὑποδέχεσθαι τὴν μερίδα τῶν ἁγιασμάτων σου, εἰς Πνεύματος ἁγίου κοινωνίαν, εἰς ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου καὶ εἰς εὐπρόσδεκτον ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματός σου· ὅπως ἂν κἀγώ, σὺν πᾶσι τοῖς ἐκλεκτοῖς σου, μέτοχος γένωμαι τῶν ἀκηράτων σου ἀγαθῶν, ὧν ἡτοίμασας τοῖς ἀγαπῶσί σε, Κύριε· ἐν οἷς δεδοξασμένος ὑπάρχεις εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

ΕYXΗ B´ (τοῦ αὐτοῦ)
Οἶδα, Κύριε, ὅτι ἀναξίως μεταλαμβάνω τοῦ ἀχράντου σου Σώματος καὶ τοῦ τιμίου σου Αἵματος καὶ ἔνοχὸς εἰμι καὶ κρῖμα ἐμαυτῷ ἐσθίω καὶ πίνω, μὴ διακρίνων τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ μου· ἀλλὰ τοῖς οἰκτιρμοῖς σου θαῤῥῶν, προσέρχομαί σοι τῷ εἰπόντι. Ὁ τρώγων μου τὴν Σάρκα καὶ πίνων μου τὸ Αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ. Σπλαγχνίσθητι οὖν, Κύριε, καὶ μὴ παραδειγματίσῃς με τὸν ἁμαρτωλόν, ἀλλὰ ποίησον μετ᾿ ἐμοῦ κατὰ τὸ ἔλεός σου· καὶ γενέσθω μοι τὰ ἅγια ταῦτα εἰς ἴασιν καὶ κάθαρσιν καὶ φωτισμὸν καὶ φυλακτήριον καὶ σωτηρίαν καὶ ἁγιασμὸν ψυχῆς τε καὶ σώματος· εἰς ἀποτροπὴν πάσης φαντασίας καὶ πονηρᾶς πράξεως καὶ ἐνεργείας διαβολικῆς, κατὰ διάνοιαν τῆς ἐν τοῖς μέλεσί μου ἐνεργουμένης· εἰς παῤῥησίαν καὶ ἀγάπην τὴν πρὸς σέ· εἰς διόρθωσιν βίου καὶ ἀσφάλειαν· εἰς αὔξησιν ἀρετῆς καὶ τελειότητος· εἰς πλήρωσιν ἐντολῶν· εἰς Πνεύματος ἁγίου κοινωνίαν· εἰς ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου καὶ εἰς ἀπολογίαν εὐπρόσδεκτον, τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματός σου· μὴ εἰς κρῖμα ἢ εἰς κατάκριμα.

ΕΥΧΗ Γ´ (Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)
Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα, ὅτι οὔκ εἰμι ἄξιος οὐδὲ ἱκανός, ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς, διότι ὅλη ἔρημος καὶ καταπεσοῦσὰ ἐστι, καὶ οὐκ ἔχεις παρ᾿ ἐμοὶ τόπον ἄξιον τοῦ κλῖναι τὴν κεφαλήν. Ἀλλ᾿ ὡς ἐξ ὕψους δι᾿ ἡμᾶς ἐταπείνωσας σεαυτόν, συμμετρίασον καὶ νῦν τῇ ταπεινώσει μου. Καὶ ὡς κατεδέξω ἐν τῷ σπηλαίῳ καὶ φάτνῃ ἀλόγων ἀνακλιθῆναι, οὕτω κατάδεξαι καὶ ἐν τῇ φάτνῃ τῆς ἀλόγου μου ψυχῆς καὶ ἐν τῷ ἐσπιλωμένῳ μου σώματι εἰσελθεῖν. Καὶ ὡς οὐκ ἀπηξίωσας εἰσελθεῖν καὶ συνδειπνῆσαι ἁμαρτωλοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ, οὕτω κατάδεξαι εἰσελθεῖν καὶ εἰς τὸν οἶκον τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς, τοῦ λεπροῦ καὶ ἁμαρτωλοῦ. Καὶ ὡς οὐκ ἀπώσω τὴν ὁμοίαν μοι πόρνην καὶ ἁμαρτωλόν, προσερχομένην καὶ ἁπτομένην σου, οὕτω σπλαγχνίσθητι καὶ ἐπ᾿ ἐμοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ, προσερχομένῳ σοι καὶ ἁπτομένῳ σου. Καὶ ὡς οὐκ ἐβδελύξω τὸ ῥυπαρὸν ἐκείνης στόμα καὶ ἐναγὲς καταφιλοῦν σε, μηδὲ ἐμοῦ βδελύξῃ τὸ ῥυπαρώτερον ἐκείνης στόμα καὶ ἐναγέστερον, μηδὲ τὰ ἔμμυσα καὶ ἀκάθαρτά μου χείλη καὶ βέβηλα, καὶ τὴν ἀκαθαρτοτέραν μου γλῶσσαν. Ἀλλὰ γενέσθω μοι ὁ ἄνθραξ τοῦ παναγίου σου Σώματος καὶ τοῦ τιμίου σου Αἵματος εἰς ἁγιασμὸν καὶ φωτισμὸν καὶ ῥῶσιν τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος· εἰς κουφισμὸν τοῦ βάρους τῶν πολλῶν μου πλημμελημάτων· εἰς φυλακτήριον πάσης διαβολικῆς ἐνεργείας· εἰς ἀποτροπὴν καὶ ἐμπόδιον τῆς φαύλης μου καὶ πονηρᾶς συνηθείας· εἰς ἀπονέκρωσιν τῶν παθῶν· εἰς περιποίησιν τῶν ἐντολῶν σου· εἰς προσθήκην τῆς θείας σου χάριτος καὶ τῆς σῆς βασιλείας οἰκείωσιν. Οὐ γὰρ ὡς καταφρονῶν προσέρχομαί σοι, Χριστὲ ὁ Θεός, ἀλλ᾿ ὡς θαῤῥῶν τῇ ἀφάτῳ σου ἀγαθότητι, καὶ ἵνα μή, ἐπὶ πολὺ ἀφιστάμενος τῆς κοινωνίας σου, θηριάλωτος ὑπὸ τοῦ νοητοῦ λύκου γένωμαι. Διὸ δέομαί σου, ὡς μόνος ὢν ἅγιος, Δέσποτα, ἁγίασὸν μου τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα, τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν, τοὺς νεφροὺς καὶ τὰ σπλάγχνα, καὶ ὅλον με ἀνακαίνισον καὶ ῥίζωσον τὸν φόβον σου ἐν τοῖς μέλεσί μου, καὶ τὸν ἁγιασμόν σου ἀνεξάλειπτον ἀπ᾿ ἐμοῦ ποίησον. Καὶ γενοῦ μοι βοηθὸς καὶ ἀντιλήπτωρ, κυβερνῶν ἐν εἰρήνῃ τὴν ζωήν μου, καταξιῶν με καὶ τῆς ἐκ τῶν δεξιῶν σου παραστάσεως μετὰ τῶν ἁγίων σου· εὐχαῖς καὶ πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρός, τῶν ἀΰλων σου λειτουργῶν καὶ ἀχράντων Δυνάμεων καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, τῶν ἀπ᾿ αἰῶνός σοι εὐαρεστησάντων. Ἀμήν.

ΕΥΧΗ Δ´ (τοῦ αὐτοῦ)
Οὔκ εἰμι ἱκανός, Δέσποτα Κύριε, ἵνα εἰσέλθῃς ὑπὸ τὴν στέγην τῆς ψυχῆς μου· ἀλλ᾿ ἐπειδὴ βούλει σύ, ὡς φιλάνθρωπος, οἰκεῖν ἐν ἐμοί, θαῤῥῶν προσέρχομαι. Κελεύεις, ἀναπετάσω τὰς πύλας, ἃς σὺ μόνος ἐδημιούργησας, καὶ εἰσέρχῃ μετὰ φιλανθρωπίας, ὡς πέφυκας· εἰσέρχῃ καὶ φωτίζεις τὸν ἐσκοτισμένον μου λογισμόν. Πιστεύω ὡς τοῦτο ποιήσεις· οὐ γὰρ Πόρνην προσελθοῦσὰν σοι μετὰ δακρύων ἀπέφυγες, οὐδὲ Τελώνην ἀπεβάλου μετανοήσαντα, οὐδὲ Λῃστὴν ἐπιγνόντα τὴν βασιλείαν σου ἀπεδίωξας, οὐδὲ Διώκτην μετανοήσαντα κατέλιπες, ὃ ἦν· ἀλλὰ τοὺς ὑπὸ τῆς μετανοίας προσαχθέντας, ἅπαντας ἐν τῷ χορῷ τῶν σῶν φίλων κατέταξας, ὁ μόνος ὑπάρχων εὐλογημένος πάντοτε, νῦν καὶ εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.

ΕΥΧΗ Ε´ (τοῦ αὐτοῦ)
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ἄνες, ἄφες, ἱλάσθητι καὶ συγχώρησὸν μοι, τῷ ἁμαρτωλῷ καὶ ἀχρείῳ καὶ ἀναξίῳ δούλῳ σου, τὰ πταίσματα καὶ πλημμελήματα καὶ παραπτώματά μου, ὅσα σοι ἐκ νεότητός μου μέχρι τῆς παρούσης ἡμέρας καὶ ὥρας ἥμαρτον, εἴτε ἐν γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ, εἴτε ἐν λόγοις ἢ ἔργοις ἢ ἐνθυμήμασιν ἢ διανοήμασι καὶ ἐπιτηδεύμασι, καὶ πάσαις μου ταῖς αἰσθήσεσι. Καὶ τῇ πρεσβείᾳ τῆς ἀσπόρως κυησάσης σε παναχράντου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας τῆς Μητρός σου, τῆς μόνης ἀκαταισχύντου ἐλπίδος καὶ προστασίας καὶ σωτηρίας μου, καταξίωσόν με ἀκατακρίτως μεταλαβεῖν τῶν ἀχράντων καὶ ἀθανάτων καὶ ζωοποιῶν καὶ φρικτῶν Μυστηρίων σου, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον· εἰς ἁγιασμὸν καὶ φωτισμὸν καὶ ῥώμην καὶ ἴασιν καὶ ὑγείαν ψυχῆς τε καὶ σώματος· καὶ εἰς ἐξάλειψιν καὶ παντελῆ ἀφανισμὸν τῶν πονηρῶν μου λογισμῶν καὶ ἐνθυμήσεων καὶ προλήψεων καὶ νυκτερινῶν φαντασιῶν τῶν σκοτεινῶν καὶ πονηρῶν πνευμάτων. Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΕΥΧΗ Ϛ´ (Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ)
Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἐξουσίαν ἀνθρώποις ἀφιέναι ἁμαρτίας, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος, πάριδέ μου πάντα τὰ ἐν γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ πταίσματα, καὶ ἀξίωσόν με ἀκατακρίτως μεταλαβεῖν τῶν θείων καὶ ἐνδόξων καὶ ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν σου Μυστηρίων, μὴ εἰς κόλασιν, μὴ εἰς προσθήκην ἁμαρτιῶν, ἀλλ᾿ εἰς καθαρισμὸν καὶ ἁγιασμὸν καὶ ἀῤῥαβῶνα τῆς μελλούσης ζωῆς καὶ βασιλείας· εἰς τεῖχος καὶ βοήθειαν καὶ ἀνατροπὴν τῶν ἐναντίων καὶ εἰς ἐξάλειψιν τῶν πολλῶν μου πλημμελημάτων. Σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἐλέους καὶ οἰκτιρμῶν καὶ φιλανθρωπίας, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΕΥΧΗ Ζ´ (Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου)
Ἐκ τῶν θείων ἐρωτήσεων τῆς ἁγίας Μεταλήψεως
Ἀπὸ ῥυπαρῶν χειλέων,
ἀπὸ βδελυρᾶς καρδίας,
ἀπὸ ἀκαθάρτου γλώττης,
ἐκ ψυχῆς ἐῤῥυπωμένης,
δέξαι δέησιν, Χριστέ μου·
καὶ μὴ παρωσάμενός μου,
μὴ τοὺς λόγους, μὴ τοὺς τρόπους,
μηδὲ τὴν ἀναισχυντίαν,
δός μοι παῤῥησίᾳ λέγειν,
ἃ βεβούλευμαι, Χριστέ μου,
μᾶλλον δὲ καὶ δίδαξόν με,
τί με δεῖ ποιεῖν καὶ λέγειν.

Ἥμαρτον ὑπὲρ τὴν Πόρνην
ἥ, μαθοῦσα ποῦ κατάγεις,
μύρον ἐξωνησαμένη,
ἦλθε τολμηρῶς ἀλεῖψαι,
σοῦ τοὺς πόδας τοῦ Χριστοῦ μου,
τοῦ Δεσπότου καὶ Θεοῦ μου.

Ὡς ἐκείνην οὐκ ἀπώσω,
προσελθοῦσαν ἐκ καρδίας,
μηδ᾿ ἐμὲ βδελύξῃ, Λόγε,
σοὺς δὲ πάρασχέ μοι πόδας
καὶ κρατῆσαι καὶ φιλῆσαι,
καὶ τῷ ῥείθρῳ τῶν δακρύων,
ὡς πολυτιμήτῳ μύρῳ,
τούτους τολμηρῶς ἀλεῖψαι.

Πλῦνόν με τοῖς δάκρυσί μου,
κάθαρον αὐτοῖς με, Λόγε,
ἄφες καὶ τὰ πταίσματά μου,
καὶ συγγνώμην πάρασχέ μοι.

Οἶδας τῶν κακῶν τὸ πλῆθος,
οἶδας καὶ τὰ τραύματά μου·
καὶ τοὺς μώλωπας ὁρᾷς μου
ἀλλὰ καὶ τὴν πίστιν οἶδας
καὶ τὴν προθυμίαν βλέπεις
καὶ τοὺς στεναγμοὺς ἀκούεις.

Οὐ λανθάνει σε, Θεέ μου,
ποιητά μου, λυτρωτά μου,
οὐδὲ σταλαγμὸς δακρύων,
οὐδὲ σταλαγμοῦ τι μέρος.

Τὸ μὲν ἀκατέργαστόν μου
ἔγνωσαν οἱ ὀφθαλμοί σου·
ἐπὶ τὸ βιβλίον δέ σου,
καὶ τὰ μήπω πεπραγμένα,
γεγραμμένα σοι τυγχάνει.

Ἴδε τὴν ταπείνωσίν μου,
ἴδε μου τὸν κόπον, ὅσος!
καὶ τὰς ἁμαρτίας πάσας
ἄφες μοι, Θεὲ τῶν ὅλων,
ἵνα καθαρᾷ καρδίᾳ,
περιτρόμῳ διανοίᾳ
καὶ ψυχῇ συντετριμμένῃ,
τῶν ἀχράντων σου μετάσχω
καὶ πανάγνων μυστηρίων,
οἷς ζωοῦται καὶ θεοῦται
πᾶς ὁ τρώγων σε καὶ πίνων
ἐξ εἰλικρινοῦς καρδίας.

Σὺ γὰρ εἶπας, Δέσποτά μου·
Πᾶς ὁ τρώγων μου τὴν Σάρκα,
πίνων δέ μου καὶ τὸ Αἷμα,
ἐν ἐμοὶ μὲν οὗτος μένει,
ἐν αὐτῷ δ᾿ ἐγὼ τυγχάνω.

Ἀληθὴς ὁ λόγος πάντως
τοῦ Δεσπότου καὶ Θεοῦ μου.
Τῶν γὰρ θείων ὁ μετέχων
καὶ θεοποιῶν χαρίτων,
οὔμενουν, οὐκ ἔστι μόνος,
ἀλλὰ μετὰ σοῦ, Χριστέ μου,
τοῦ φωτὸς τοῦ τρισηλίου,
τοῦ φωτίζοντος τὸν κόσμον.

Ἵνα γοῦν μὴ μόνος μένω
δίχα σου τοῦ Ζωοδότου,
τῆς πνοῆς μου, τῆς ζωῆς μου,
τοῦ ἀγαλλιάματός μου,
τῆς τοῦ κόσμου σωτηρίας,
διὰ τοῦτό σοι προσῆλθον,
ὡς ὁρᾷς μετὰ δακρύων
καὶ ψυχῆς συντετριμμένης,
λύτρον τῶν ἐμῶν πταισμάτων
ἱκετεύων τοῦ λαβεῖν με,
καὶ τῶν σῶν ζωοπαρόχων
καὶ ἀμέμπτων μυστηρίων
μετασχεῖν ἀκατακρίτως,
ἵνα μείνῃς, καθὼς εἶπας,
μετ᾿ ἐμοῦ τοῦ τρισαθλίου·
ἵνα μή, χωρὶς εὑρών με
τῆς σῆς χάριτος, ὁ πλάνος,
ἀφαρπάσῃ με δολίως,
καὶ πλανήσας ἀπαγάγῃ
τῶν θεοποιῶν σου λόγων.

Διὰ τοῦτό σοι προσπίπτω
καὶ θερμῶς ἀναβοῶ σοι·
Ὡς τὸν Ἄσωτον ἐδέξω,
καὶ τὴν Πόρνην προσελθοῦσαν,
οὕτω δέξαι με τὸν πόρνον
καὶ τὸν ἄσωτον, Οἰκτίρμον,
ἐν ψυχῇ συντετριμμένῃ
νῦν με προσερχόμενόν σοι.

Οἶδα, Σῶτερ, ὅτι ἄλλος,
ὡς ἐγώ, οὐκ ἔπταισέ σοι
οὐδὲ ἔπραξε τὰς πράξεις,
ἃς ἐγὼ κατειργασάμην.

Ἀλλὰ τοῦτο πάλιν οἶδα,
ὡς οὐ μέγεθος πταισμάτων,
οὐχ ἁμαρτημάτων πλῆθος,
ὑπερβαίνει τοῦ Θεοῦ μου
τὴν πολλὴν μακροθυμίαν,
καὶ φιλανθρωπίαν ἄκραν·
ἀλλ᾿ ἐλαίῳ συμπαθείας,
τοὺς θερμῶς μετανοοῦντας,
καὶ καθαίρεις καὶ λαμπρύνεις
καὶ φωτὸς ποιεῖς μετόχους,
κοινωνοὺς Θεότητός σου
ἐργαζόμενος ἀφθόνως·
καί, τὸ ξένον καὶ ἀγγέλοις
καὶ ἀνθρώπων διανοίαις,
ὁμιλεῖς αὐτοῖς πολλάκις,
ὥσπερ φίλοις σου γνησίοις.

Ταῦτα τολμηρὸν ποιεῖ με,
ταῦτά με πτεροῖ, Χριστέ μου·
καὶ θαῤῥῶν ταῖς σαῖς πλουσίαις
πρὸς ἡμᾶς εὐεργεσίαις,
χαίρων τε καὶ τρέμων ἅμα,
τοῦ πυρὸς μεταλαμβάνω,
χόρτος ὢν καὶ ξένον θαῦμα!
δροσιζόμενος ἀφράστως
ὡσπεροῦν ἡ βάτος πάλαι,
ἡ ἀφλέκτως καιομένη.

Τοίνυν εὐχαρίστῳ γνώμῃ,
εὐχαρίστῳ δὲ καρδίᾳ,
εὐχαρίστοις μέλεσί μου,
τῆς ψυχῆς καὶ τῆς σαρκός μου
προσκυνῶ καὶ μεγαλύνω
καὶ δοξάζω σε, Θεέ μου,
ὡς εὐλογημένον ὄντα
νῦν τε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας.

Εὐχὴ Η´ (Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ)
Ὁ μόνος καθαρὸς καὶ ἀκήρατος Κύριος, ὁ δι᾿ οἶκτον φιλανθρωπίας ἀνεκδιήγητον τὸ ἡμέτερον ὅλον προσλαβόμενος φύραμα, ἐκ τῶν ἁγνῶν καὶ παρθενικῶν αἱμάτων τῆς ὑπερφυῶς κυησάσης σε, Πνεύματος Θείου ἐπελεύσει καὶ εὐδοκίᾳ Πατρὸς ἀϊδίου, Χριστὲ Ἰησοῦ, σοφία Θεοῦ καὶ εἰρήνη καὶ δύναμις· ὁ τῷ προσλήμματὶ σου τὰ ζωοποιὰ καὶ σωτήρια πάθη καταδεξάμενος, τὸν Σταυρόν, τοὺς ἤλους, τὴν λόγχην, τὸν θάνατον, νέκρωσόν μου τὰ ψυχοφθόρα πάθη τοῦ σώματος. Ὁ τῇ ταφῇ σου τὰ τοῦ ᾅδου σκυλεύσας βασίλεια, θάψον μου διὰ τῶν ἀγαθῶν λογισμῶν τὰ πονηρὰ διαβούλια, καὶ τὰ τῆς πονηρίας πνεύματα διασκέδασον. Ὁ τῇ τριημέρῳ σου καὶ ζωηφόρῳ Ἀναστάσει τὸν πεπτωκότα προπάτορα ἀναστήσας, ἀνάστησόν με τῇ ἁμαρτίᾳ κατολισθήσαντα, τρόπους μοι μετανοίας ὑποτιθέμενος. Ὁ τῇ ἐνδόξῳ σου Ἀναλήψει τῆς σαρκὸς θεώσας τὸ πρόσλημμα καὶ τοῦτο τῇ δεξιᾷ καθέδρᾳ τιμήσας τοῦ Πατρός, ἀξίωσόν με, διὰ τῆς τῶν ἁγίων σου μυστηρίων μεταλήψεως, τῆς δεξιᾶς μερίδος τῶν σῳζομένων τυχεῖν. Ὁ τῇ ἐπιδημίᾳ τοῦ παρακλήτου Πνεύματος σκεύη τίμια τοὺς ἱερούς σου μαθητὰς ἐργασάμενος, δοχεῖον κἀμὲ τῆς αὐτοῦ ἀνάδειξον ἐπελεύσεως. Ὁ μέλλων πάλιν ἔρχεσθαι κρῖναι τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, εὐδόκησον κἀμὲ προϋπαντῆσαὶ σοι ἐν νεφέλαις τῷ ποιητῇ καὶ πλάστῃ μου σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις σου· ἵνα ἀτελευτήτως δοξολογῶ καὶ ἀνυμνῶ σε, σὺν τῷ ἀνάρχῳ σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Εὐχὴ Θ´ (Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ)
Πρὸ τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα καὶ τῶν δεινῶν λογισμῶν οὐκ ἀφίσταμαι, ἀλλὰ σύ, Χριστὲ ὁ Θεός, ὁ Τελώνην δικαιώσας καὶ Χαναναίαν ἐλεήσας καὶ τῷ Λῃστῇ παραδείσου πύλας ἀνοίξας, ἄνοιξόν μοι τὰ σπλάγχνα τῆς φιλανθρωπίας σου καὶ δέξαι με προσερχόμενον καὶ ἁπτόμενόν σου, ὡς τὴν Πόρνην καὶ τὴν Αἱμόῤῥουν· ἡ μὲν γάρ, τοῦ κρασπέδου σου ἁψαμένη εὐχερῶς τὴν ἴασιν ἔλαβεν, ἡ δέ, τοὺς σοὺς ἀχράντους πόδας κρατήσασα, τὴν λύσιν τῶν ἁμαρτημάτων ἐκομίσατο. Ἐγὼ δὲ ὁ ἐλεεινός, ὅλον τὸ Σῶμα τολμῶν δέξασθαι, μὴ καταφλεχθείην· ἀλλὰ δέξαι με, ὥσπερ ἐκείνας, καὶ φώτισόν μου τὰ τῆς ψυχῆς αἰσθητήρια, καταφλέγων μου τὰ τῆς ἁμαρτίας ἐγκλήματα, πρεσβείαις τῆς ἀσπόρως τεκούσης σε καὶ τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων. Ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Εὐχὴ Ι´ (Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)
Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ ὅτι σὺ εἶ ἀληθῶς ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὦν πρῶτὸς εἰμι ἐγώ. Ἔτι πιστεύω ὅτι τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ ἄχραντον Σῶμά σου καὶ τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ τίμιον Αἷμά σου. Δέομαι οὖν σου· Ἐλέησόν με καὶ συγχώρησὸν μοι τὰ παραπτώματά μου, τὰ ἑκούσια καὶ τὰ ἀκούσια, τὰ ἐν λόγῳ, τὰ ἐν ἔργῳ, τὰ ἐν γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ· καὶ ἀξίωσόν με ἀκατακρίτως μετασχεῖν τῶν ἀχράντων σου μυστηρίων, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Ἀμήν.

Ἀπερχόμενος δὲ μεταλαβεῖν, λέγε τοὺς παρόντας στίχους.

Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ

Ἰδού, βαδίζω πρὸς θείαν κοινωνίαν·
Πλαστουργέ, μὴ φλέξῃς με τῇ μετουσίᾳ·
πῦρ γὰρ ὑπάρχεις τοὺς ἀναξίους φλέγον.
ἀλλ᾿ οὖν κάθαρον ἐκ πάσης με κηλῖδος.

Τὸ Τροπάριον·

Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ σήμερον, Υἱὲ Θεοῦ, κοινωνόν με παράλαβε· οὐ μὴ γὰρ τοῖς ἐχθροῖς σου τὸ μυστήριον εἴπω· οὐ φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ᾿ ὡς ὁ Λῃστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.

Τοὺς παρόντας στίχους·

Θεουργὸν Αἷμα φρίξον, ἄνθρωπε, βλέπων·
ἄνθραξ γάρ ἐστι τοὺς ἀναξίους φλέγων·
Θεοῦ τὸ Σῶμα καὶ θεοῖ με καὶ τρέφει·
θεοῖ τὸ πνεῦμα, τὸν δὲ νοῦν τρέφει ξένως.
Τὰ τροπάρια ταῦτα·
Ἔθελξας πόθῳ με, Χριστέ, καὶ ἠλλοίωσας τῷ θείῳ σου ἔρωτι· ἀλλὰ κατάφλεξον πυρὶ ἀΰλῳ τὰς ἁμαρτίας μου, καὶ ἐμπλησθῆναι τῆς ἐν σοὶ τρυφῆς καταξίωσον, ἵνα τὰς δύο σκιρτῶν μεγαλύνω, Ἀγαθέ, παρουσίας σου.

Ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου, πῶς εἰσελεύσομαι ὁ ἀνάξιος; Ἐὰν γὰρ τολμήσω συνεισελθεῖν εἰς τὸν νυμφῶνα, ὁ χιτών με ἐλέγχει ὅτι οὐκ ἔστι τοῦ γάμου, καὶ δέσμιος ἐκβαλοῦμαι ὑπὸ τῶν ἀγγέλων. Καθάρισον, Κύριε, τὸν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου καὶ σῶσόν με, ὡς φιλάνθρωπος.

Καὶ τὴν παροῦσαν εὐχήν·
Δέσποτα φιλάνθρωπε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, μὴ εἰς κρῖμὰ μοι γένοιτο τὰ Ἅγια ταῦτα διὰ τὸ ἀνάξιον εἶναί με, ἀλλ᾿ εἰς κάθαρσιν καὶ ἁγιασμὸν ψυχῆς τε καὶ σώματος, καὶ εἰς ἀῤῥαβῶνα τῆς μελλούσης ζωῆς καὶ βασιλείας. Ἐμοὶ δὲ τῷ προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι· τίθεσθαι ἐν τῷ Κυρίῳ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μου.

Καὶ πάλιν·
Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ σήμερον, Υἱὲ Θεοῦ, κοινωνόν με παράλαβε· οὐ μὴ γὰρ τοῖς ἐχθροῖς σου τὸ μυστήριον εἴπω· οὐ φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ᾿ ὡς ὁ Λῃστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.

 

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΜΕΤΑΛΗΨΙΝ

Στίχοι προτρεπτικοί·
Ἐπὰν δὲ τύχῃς τῆς καλῆς μετουσίας
τῶν ζωοποιῶν μυστικῶν δωρημάτων,
ὕμνησον εὐθύς, εὐχαρίστησον μέγα,
καὶ τάδε θερμῶς ἐκ ψυχῆς Θεῷ λέγε·
Δόξα σοι, ὁ Θεός· δόξα σοι, ὁ Θεός· δόξα σοι, ὁ Θεός!
Καὶ ἀμέσως τὰς ἐπομένας εὐχαριστηρίους Εὐχάς·
Ἀνωνύμου
Εὐχαριστῶ σοι, Κύριε, ὁ Θεός μου, ὅτι οὐκ ἀπώσω με τὸν ἁμαρτωλόν, ἀλλὰ κοινωνόν με γενέσθαι τῶν ἁγιασμάτων σου κατηξίωσας. Εὐχαριστῶ σοι, ὅτι με τὸν ἀνάξιον μεταλαβεῖν τῶν ἀχράντων σου καὶ ἐπουρανίων δωρεῶν κατηξίωσας. Ἀλλά, Δέσποτα φιλάνθρωπε, ὁ ὑπὲρ ἡμῶν ἀποθανών τε καὶ ἀναστὰς καὶ χαρισάμενος ἡμῖν τὰ φρικτὰ ταῦτα καὶ ζωοποιά σου Μυστήρια, ἐπ᾿ εὐεργεσίᾳ καὶ ἁγιασμῷ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, δὸς γενέσθαι ταῦτα κἀμοὶ εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος, εἰς ἀποτροπὴν παντὸς ἐναντίου, εἰς φωτισμὸν τῶν ὀφθαλμῶν τῆς καρδίας μου, εἰς εἰρήνην τῶν ψυχικῶν μου δυνάμεων, εἰς πίστιν ἀκαταίσχυντον, εἰς ἀγάπην ἀνυπόκριτον, εἰς πλησμονὴν σοφίας, εἰς περιποίησιν τῶν ἐντολῶν σου, εἰς προσθήκην τῆς θείας σου χάριτος καὶ τῆς σῆς βασιλείας οἰκείωσιν· ἵνα ἐν τῷ ἁγιασμῷ σου δι᾿ αὐτῶν φυλαττόμενος, τῆς σῆς χάριτος μνημονεύω διὰ παντὸς καὶ μηκέτι ἐμαυτῷ ζῶ, ἀλλὰ σοὶ τῷ ἡμετέρῳ Δεσπότῃ καὶ εὐεργέτῃ. Καὶ οὕτω τοῦ τῇδε βίου ἀπάρας ἐπ᾿ ἐλπίδι ζωῆς αἰωνίου, εἰς τὴν ἀΐδιον καταντήσω ἀνάπαυσιν, ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καὶ ἡ ἀπέραντος ἡδονὴ τῶν καθορώντων τοῦ σοῦ προσώπου τὸ κάλλος τὸ ἄῤῥητον. Σὺ γὰρ εἶ τὸ ὄντως ἐφετὸν καὶ ἡ ἀνέκφραστος εὐφροσύνη τῶν ἀγαπώντων σε, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ σὲ ὑμνεῖ πᾶσα ἡ κτίσις εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

Μεγάλου Βασιλείου
Δέσποτα Χριστὲ ὁ Θεός, βασιλεῦ τῶν αἰώνων καὶ δημιουργὲ τῶν ἁπάντων, εὐχαριστῶ σοι ἐπὶ πᾶσιν, οἷς παρέσχου μοι ἀγαθοῖς, καὶ ἐπὶ τῇ μεταλήψει τῶν ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν σου μυστηρίων. Δέομαι οὖν σου, ἀγαθὲ καὶ φιλάνθρωπε· φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου καὶ ἐν τῇ τῶν πτερύγων σου σκιᾷ· καὶ δώρησαὶ μοι ἐν καθαρῷ συνειδότι, μέχρις ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς, ἐπαξίως μετέχειν τῶν ἁγιασμάτων σου, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Σὺ γὰρ εἶ ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς, ἡ πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ, ὁ δοτὴρ τῶν ἀγαθῶν· καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Συμεὼν τοῦ Μεταφραστοῦ
Ὁ δοὺς τροφήν μοι σάρκα σὴν ἑκουσίως,
ὁ πῦρ ὑπάρχων καὶ φλέγων ἀναξίους,
μὴ δὴ καταφλέξῃς με, μὴ Πλαστουργέ μου·
μᾶλλον δίελθε πρὸς μελῶν μου συνθέσεις,
εἰς πάντας ἁρμούς, εἰς νεφρούς, εἰς καρδίαν·
φλέξον δ᾿ ἀκάνθας τῶν ὅλων μου πταισμάτων.

Ψυχὴν κάθαρον, ἁγίασον τὰς φρένας·
τὰς ἰγνύας στήριξον ὀστέοις ἅμα·
αἰσθήσεων φώτισον ἁπλῆν πεντάδα·
ὅλον με τῷ σῷ συγκαθήλωσον φόβω.

Ἀεὶ σκέπε, φρούρει τε καὶ φύλαττέ με
ἐκ παντὸς ἔργου καὶ λόγου ψυχοφθόρου.

Ἅγνιζε καὶ κάθαρε καὶ ῥύθμιζέ με·
κάλλυνε, συνέτιζε καὶ φώτιζέ με·
δεῖξόν με σὸν σκήνωμα Πνεύματος μόνου,
καὶ μηκέτι σκήνωμα τῆς ἁμαρτίας·
ἵν᾿ ὡς σὸν οἶκον εἰσόδῳ κοινωνίας,
ὡς πῦρ με φεύγῃ πᾶς κακοῦργος, πᾶν πάθος.

Πρέσβεις φέρω σοι πάντας ἡγιασμένους,
τὰς ταξιαρχίας τε τῶν Ἀσωμάτων,
τὸν Πρόδρομόν σου, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους,
πρὸς τοῖς δε σὴν ἄχραντον ἁγνὴν Μητέρα·
ὧν τὰς λιτάς, εὔσπλαγχνε, δέξαι, Χριστέ μου,
καὶ φωτὸς παῖδα τὸν σὸν ἔργασαι λάτριν.

Σὺ γὰρ ὑπάρχεις ἁγιασμὸς καὶ μόνος
ἡμῶν, ἀγαθέ, τῶν ψυχῶν καὶ λαμπρότης·
καὶ σοὶ πρεπόντως, ὡς Θεῷ καὶ Δεσπότῃ,
δόξαν ἅπαντες πέμπομεν καθ᾿ ἡμέραν.

Ἀνωνύμου
Τὸ Σῶμά σου τὸ ἅγιον, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, γένοιτό μοι εἰς ζωὴν αἰώνιον, καὶ τὸ Αἷμά σου τὸ τίμιον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Γένοιτο δέ μοι ἡ εὐχαριστία αὕτη εἰς χαράν, ὑγείαν καὶ εὐφροσύνην· καὶ ἐν τῇ φοβερᾷ καὶ δευτέρᾳ ἐλεύσει σου ἀξίωσόν με τὸν ἁμαρτωλὸν στῆναι ἐκ δεξιῶν τῆς σῆς δόξης, πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρός, καὶ πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἀμήν.

Ἀνωνύμου
Εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον

Παναγία Δέσποινα, Θεοτόκε, τὸ φῶς τῆς ἐσκοτισμένης μου ψυχῆς, ἡ ἐλπίς, ἡ σκέπη, ἡ καταφυγή, ἡ παραμυθία, τὸ ἀγαλλίαμά μου, εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἠξίωσάς με τὸν ἀνάξιον κοινωνὸν γενέσθαι τοῦ ἀχράντου Σώματος καὶ τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Υἱοῦ σου. Ἀλλ᾿ ἡ τεκοῦσα τὸ ἀληθινὸν φῶς, φώτισὸν μου τοὺς νοητοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας· ἡ τὴν πηγὴν τῆς ἀθανασίας κυήσασα, ζωοποίησόν με τὸν τεθανατωμένον τῇ ἁμαρτίᾳ, ἡ τοῦ ἐλεήμονος Θεοῦ φιλεύσπλαγχνος Μήτηρ, ἐλέησόν με, καὶ δὸς κατάνυξιν καὶ συντριβὴν ἐν τῇ καρδίᾳ μου καὶ ταπείνωσιν ἐν τοῖς διανοήμασί μου, καὶ ἀνάκλησιν ἐν ταῖς αἰχμαλωσίαις τῶν λογισμῶν μου. Καὶ ἀξίωσόν με, μέχρι τελευταίας μου ἀναπνοῆς, ἀκατακρίτως ὑποδέχεσθαι τῶν ἀχράντων Μυστηρίων τὸν ἁγιασμόν, εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος· καὶ παράσχου μοι δάκρυα μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, εἰς τὸ ὑμνεῖν καὶ δοξάζειν σε πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου. Ὅτι εὐλογημένη καὶ δεδοξασμένη ὑπάρχεις εἰς τοὺς αἰῶνας· Ἀμήν.

Ὁ ἱερεύς· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου Δέσποτα κατὰ τὸ ῥῆμα σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριὸν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.

Τρισάγιον. Δόξα. Καὶ νῦν. Παναγία Τριάς. Κύριε, ἐλέησον (γ´). Δόξα. Καὶ νῦν. Πάτερ ἡμῶν. Ὅτι σοῦ ἐστιν. Τὸ Ἀπολυτίκιον τῆς ἡμέρας καὶ τὸ Θεοτοκίον, τὸ τοῦ Ναοῦ καὶ τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ Κοντάκιον τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἢ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

Ἀπολυτίκιον τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἦχος πλ. δ´.
Ἡ τοῦ στόματός σου, καθάπερ πυρσός, ἐκλάμψασα χάρις τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν· ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, πάτερ Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἦχος πλ. β´. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἐκ τῶν οὐρανῶν, ἐδέξω τὴν θείαν χάριν, καὶ διὰ τῶν σῶν, χειλέων πάντας διδάσκεις, προσκυνεῖν ἐν Τριάδι τὸν ἕνα Θεόν· Ἰωάννη Χρυσόστομε, παμμακάριστε ὅσιε· ἐπαξίως εὐφημοῦμέν σε· ὑπάρχεις γὰρ καθηγητής, ὡς τὰ θεῖα σαφῶν.

Εἰ ἐτελέσθη ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου λέγε τὸ τοῦ Ἁγίου·

Ἀπολυτίκιον τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
Ἦχος α´.
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου, δι᾿ οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας· τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας· βασίλειον ἱεράτευμα, πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
Ἦχος δ´. Ἐπεφάνης σήμεροv.
Ὦφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, τὴν κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, οὐρανοφάντορ Βασίλειε ὅσιε.

Καὶ τό·
Οὐρανὸς πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας φωταγωγοῦσα τοὺς πιστούς, ἐν ᾧ ἑστῶτες κραυγάζωμεν· τοῦτον τὸν Οἶκον στερέωσον, Κύριε.

Εἰ δε ἐστι Δεσποτικὴ ἢ Θεομητορικὴ ἑορτή, λέγει πρῶτον τὸ Ἀπολυτίκιον τροπάριον τῆς ἑορτῆς, εἶτα τὸ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἢ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ ἐν τέλει·

Κύριε, ἐλέησον (ιβ´). Δόξα. Καὶ νῦν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξωτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν. Ἐν ὀνόματι Κυρίου εὐλόγησον Πάτερ.

Ὁ Ἱερεὺς ἐκφωνεῖ· Ὁ Θεὸς οἰκτειρήσαι ἡμᾶς καὶ εὐλογήσαι ἡμᾶς, ἐπιφάναι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐλεήσαι ἡμᾶς.

Ὁ Προεστὼς τὴν Εὐχήν· Χριστέ, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον, σημειωθήτω ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψώμεθα φῶς ἀπρόσιτον· καὶ κατεύθυνον τὰ διαβήματα ἡμῶν, πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου· πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρὸς καὶ πάντων σου τῶν ἁγίων.

Ὁ ἀναγνώστης· Ἀμήν. Δόξα. Καὶ νῦν. Κύριε, ἐλέησον (γ´). Πάτερ Ἅγιε εὐλόγησον.

Ὁ Ἱερεὺς ποιεῖ τὴν τελείαν Ἀπόλυσιν· Δόξα σοι ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν δόξα σοι.

[Ὁ ἀναστάς…] Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν…

Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεό, ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀμήν.

«Ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς. Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκαν καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. Στ´, 53-4).

Πηγή: users.uoa.gr

Κινηματογράφος και αναστοχασμός

4 апреля, 2020 - 13:52

Του Σταύρου Σ. Φωτίου*

Κάθε τέχνη αντάξια του ονόματός της επιτελεί δισήμαντη αποστολή: αφενός, θέτει τον άνθρωπο μπροστά στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα και, αφετέρου, καταθέτει ενώπιον της ελευθερίας του διάφορες απαντήσεις.
Συνεπώς η τέχνη, από τη μια, αφυπνίζει τον άνθρωπο από τον πνευματικό λήθαργο, καλώντας τον να αναμετρηθεί με τις διαχρονικές απορίες: υπάρχει Θεός και ποια η σχέση του μαζί του; Τι συνιστά τον αυθεντικό εαυτό του; Πώς καλλιεργεί βαθείς υπαρξιακούς δεσμούς; Ποια πρέπει να είναι η σχέση του με τη φύση; Πώς ενσαρκώνεται η ελευθερία, η αδελφοσύνη, η δικαιοσύνη; Πώς καταφάσκεται ο έρωτας, η φιλία, η δημιουργικότητα; Τι είναι το κακό, πού οφείλει την ύπαρξή του και πώς μπορεί να αναιρεθεί; Μπορεί να νικηθεί η φθορά και ο θάνατος; Από την άλλη, η τέχνη, παρουσιάζοντας διάφορες απαντήσεις, καλεί τον άνθρωπο να κρίνει και να συγκρίνει, να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει, να υιοθετήσει ή να απορρίψει.
Ως εκ τούτου η τέχνη ασχολείται με κάθε έκφανση του βίου: την πολιτική και την οικονομία, την εργασία και την τεχνολογία, την οικογένεια και την αγωγή, την τέχνη και τη δημιουργία. Αναδεικνύει την αποξένωση του ανθρώπου και την αλλοτρίωση της κοινωνίας, την παθολογία της ιστορίας και την απειλή του μηδενός. Συνάμα παρουσιάζει τη θεογνωσία και την αυτογνωσία, την κοινωνικότητα και τη φυσική θεωρία.
Στη δοκιμασία που διερχόμαστε σήμερα, καταθέτω ως πρόταση για θέαση κάποια σημαντικά έργα της έβδομης τέχνης:
1. Ο πεταλούδας (Τhe Papillon, 1973): Η ποινή που ένα κράτος επιβάλλει στους παραβάτες οφείλει να άγει στην αλλαγή τους και όχι στον αφανισμό τους. Μεγαλύτερη ποινή για τον αλλοτριωμένο άνθρωπο είναι η μη καταξίωση της ελευθερίας και του χρόνου του.
2. Κράμερ εναντίον Κράμερ (Kramer Vs. Kramer, 1979): Γονικότητα δεν είναι απλώς η βιολογική συγγένεια αλλά η συνεχής υπεύθυνη παρουσία για την ανάπτυξη και την ολοκλήρωση της προσωπικότητας ενός παιδιού. Τόσο η μητρότητα όσο και η πατρότητα είναι εξίσου σημαντικές για την ανατροφή  του παιδιού.
3. Η μέρα της μορμότας (Groundhog Day, 1993): Η ζωή μπορεί να απαλλαγεί από την ανία, όταν ο άνθρωπος αναλάβει την ευθύνη του για τη διαμόρφωσή της. Μόνο η αγαπητική μέθεξη μπορεί να δώσει νόημα και ομορφιά στη ζωή.
4. Ο άνθρωπος της βροχής (Rain Man, 1988): Η επανασύνδεση ενός εγωιστή νεαρού με τον άγνωστο αδελφό του, τον βοηθεί να μοιραστεί αυθεντικές εμπειρίες ζωής και να επαναξιολογήσει την προτεραιότητα των αναγκών του.
5. Ο δικηγόρος του διαβόλου (The Devil’s Advocate, 1997): Ένας νεαρός νομικός αδιαφορεί για την αλήθεια και δέχεται να υπηρετήσει την παραπλάνηση της δικαιοσύνης χάριν του χρήματος. Κάποια στιγμή συνέρχεται και αντιδρά. Ο πειρασμός όμως της φιλαυτίας παραμονεύει πάντοτε·  απλά αλλάζει μορφή.
6. Σιμόνε (Simone, 2002): H δυνατότητα των σύγχρονων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης να δημιουργούν είδωλα και η ανάγκη μαζικής κατανάλωσης γι᾽ αυτά. Μια καταγγελία της σύγχρονης μαζικής υποκουλτούρας.
7. Τα παιδιά της χορωδίας (Les Choristes, 2004): Σε ένα μεταπολεμικό σχολείο ορφανών παιδιών με αυταρχική διεύθυνση, ένας καινούργιος δάσκαλος, μέσω της μουσικής, τους προσφέρει χαρά και αισιοδοξία και τους εμπνέει ένα καλύτερο μέλλον.
8. Ματς Πόιντ (Match Point, 2005): Ο χωρίς όρια αμοραλισμός, χάριν των απολαύσεων που προσφέρει ο πλούτος, καταλήγει όχι μόνο στην ψυχική αλλά και στη σωματική δολοφονία του άλλου. Ο άκρατος ατομικισμός καταλύει κάθε αίσθημα ευθύνης απέναντι στον συνάνθρωπο.
9. Οι ζωές των άλλων (Das Leben der Anderen, 2006): Η ζωή ενός πράκτορα αλλάζει όταν, κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης ενός ζευγαριού, έρχεται σε επαφή με έργα πολιτισμού. Τα βιώματα των ανθρώπων που παρακολουθεί κρίνουν τη δική του υπαρξιακή έκπτωση και τον οδηγούν στην εσωτερική αφύπνιση.
10. Γκραν Τορίνο (Gran Torino, 2008): Ένας μισαλλόδοξος βετεράνος του Βιετνάμ γνωρίζοντας τους από άλλη χώρα γείτονές του, γίνεται θετικός απέναντί τους, κατανοεί τον εαυτό του και στο τέλος θυσιάζεται γι’ αυτούς.
Επιπλέον, συστήνω και τα εξής αριστουργήματα (για το καθένα από τα οποία απαιτείται ξεχωριστό άρθρο):
1. Ο Λόγος (Ordet, 1955).
2. Η έβδομη σφραγίδα (Det Sjunde Inseglet, 1957).
3. Θυσία (Offret, 1986). 4. Μπλε (Bleu, 1993).
Ας θυμόμαστε πάντοτε ότι κάθε άνθρωπος οφείλει να μεταμορφώνει τον Χρόνο (= Κρόνο που καταβροχθίζει τα παιδιά του) σε Καιρό, σε ευ-καιρία βίωσης των καίριων και τιμίων της ζωής.

*Καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου
και Ιδρυτικό Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας.

Ακάθιστος ύμνος: Η Παναγία βοηθός και συμπαραστάτης στις θλίψεις μας

4 апреля, 2020 - 10:59

Ἀκάθιστος ὕμνος
Ἡ Παναγία βοηθός καί συμπαραστάτης στίς θλίψεις μας
(Κανών τοῦ Ἀκαθίστου, Ὠδή ζ´Καί νῦν)
«Σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς»

«Σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς»

Τήν Βασιλεύουσα Πόλη πολιορκεῖ ἐχθρός ἀλλόφυλος καί ἀλλόθρησκος. Ζητεῖ νά τήν κυριεύσει, νά τήν ἐρημώσει· νά τήν κατασφάξει καί νά τήν κατακαύσει. Μπροστά σ᾽αὐτή τή μεγάλη θλίψη καί δοκιμασία οἱ χριστιανοί τοῦ Βυζαντίου, ἱερός κλῆρος καί πιστός λαός, καταφεύγουν στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τῆς λένε μέ πόνο ψυχῆς τά λόγια: «Κλῖνον τό οὖς σου, Ἁγνή, καί σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς».

Σκύψε, πλησίασε τά ὦτα σου γιά νά ἀκούσεις τήν ἱκεσία μας, Ἁγνή, Ὑπεραγία Θεοτόκε, καί σῶσε μας, καθώς βυθιζόμαστε μέσα στό πέλαγος τῶν θλίψεων.

Ἡ προσευχή τους εἰσακούεται, τό θαῦμα γίνεται καί ἡ Πόλη τῶν πόλεων διαφεύγει τόν κίνδυνο. Ὁ ἐχθρός νικιέται καί ντροπιασμένος ἀπομακρύνεται. Ἀπό τότε μέ τά ἴδια λόγια Κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου προσευχήθηκαν στήν Παναγία μας μυριάδες μυριάδων χριστιανῶν. Κι ἐμεῖς σήμερα ἄνθρωποι θλιμμένοι καί βασανισμένοι μέ τά ἴδια λόγια προσευχόμαστε πάντοτε, ἰδιαιτέρως ὅμως τώρα τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί εἰδικῶς τίς ἡμέρες τῆς δοκιμασίας τῆς λοιμικῆς νόσου πού μαστίζει ὁλόκληρο τόν πλανήτη.

*****

«Σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς»

Μέ πέλαγος φουρτουνιασμένο μοιάζει ἡ ζωή μας. Καί εἴμαστε ὅλοι θαλασσοδαρμένοι. Τόσα κύματα μᾶς κτυποῦν, καθώς ταξιδεύουμε πρός τό ποθητό λιμάνι τῆς πραγματικῆς πατρίδας μας, πού εἶναι ὁ Οὐαρνός. Κύματα πολλά καί διάφορα μᾶς συγκλονίζουν. Ἔρχεται ὁ θάνατος καί ἁρπάζει ξαφνικά καί χωρίς διακρίσεις πρόσωπο πολύ ἀγαπητό μέσα ἀπό τήν οἰκογένειά μας. Τόν πατέρα πού εἶναι τό στήριγμα τοῦ σπιτιοῦ ἤ τή στοργική μητέρα, ἡ ὁποία πάντα σκορπίζει τήν ἀγάπη της μέσα στήν οἰκογένεια. Ἤ τό καλύτερο παιδί πού εἶναι τό κρυφό καμάρι τῶν γονέων του. Ἔτσι ἡ οἰκογένειά μας μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ θανάτου βυθίζεται μέσα στό πένθος.

Ἔρχεται πολλές φορές ἡ ἀσθένεια, μᾶς προσ-βάλλει καί μᾶς ρίχνει στό κρεββάτι τοῦ πόνου ὄχι γιά λίγες ἡμέρες, ἀλλά γιά μῆνες πολλούς· κάποτε μάλιστα γιά χρόνια ἤ καί ἰσοβίως ἤ καί μᾶς ὁδηγεῖ στόν θάνατο. Τήν περίοδο αὐτή δέ ἡ λοιμική νόσος, πού ἐνέσκηψε ἀπειλητική, δοκιμάζει ἄτομα καί λαούς καί ὁδηγεῖ στόν θάνατο ἀδιακρίτως μικρούς καί μεγάλους, ἀποτελεῖ δοκιμασία παγκόσμια. Ἐπίσης κύματα ἀπειλητικά δέρνουν καί τραντάζουν τό σκάφος τῆς οἰκογενειακῆς μας ζωῆς, οἰκονομικές δυσχέρειες, ἀδικίες, συκοφαντίες, ἀνεργία. Ὅλα αὐτά καί τόσα ἄλλα εἶναι κύματα δυνατά, ὅπως εἴπαμε, καί μεγάλα. Μᾶς κάνουν νά κλαῖμε καί νά τά χάνουμε. Ὅμως γιά νά ἀποφύγουμε τοῦ καταποντισμοῦ τόν κίνδυνο, νά στρέφουμε, ἀγαπητοί, τό βλέμμα πρός τήν Μεγάλη Μητέρα, τήν Παναγία μας καί νά ζητοῦμε τή βοήθεια καί τήν προστασία της. Σ᾽αὐτήν νά καταφεύγουμε μετά τόν Θεόν καί νά τήν ἱκετεύουμε: «κλῖνον τό οὖς σου, Ἁγνή, καί σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς». Σέ παρακαλοῦμε, Κυρία Θεοτόκε, μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς μας. Ἄκουσε τόν πόνο μας. Μήν ἀδιαφορήσεις. Σκῦψε ἀπό τό ὕψος τῆς δόξας στήν ὁποία βρίσκεσαι κοντά στόν Υἱόν Σου καί ἔλα κοντά μας.

Γιατί; Διότι γνωρίζεις ἀπό πόνους καί θλίψεις. Ἐσύ ἐγέννησες μέσα σ᾽ἕνα βρώμικο σταῦλο τόν ἅγιο Υἱό καί Θεό σου. Ἐσύ ἔζησες καί τήν ξενιτιά, γιά νά γλυτώσεις τό Βρέφος ἀπό τή φονική μανία τοῦ Ἡρώδη. Ἐσύ πόνεσες ὅσο καμμιά ἄλλη μητέρα βλέποντας τόν Υἱόν σου νά κρέμεται ὡς κακοῦργος στόν Σταυρό.

Μήν σέ ἀνακόψει νά τρέξεις νά μᾶς βοη-θήσεις ἡ ἀδιαφορία ἀρκετῶν συμπατριωτῶν μας καί ἡ ἀδιάντροπη ζωή τους, πού φανερώνει ἀχαριστία πρός τόν Υἱόν σου.

Ἄκουσε, σέ παρακαλοῦμε, Δέσποινα τοῦ κόσμου, Κυρία Θεοτόκε, τούς στεναγμούς τοῦ πιστοῦ λαοῦ, δές μέ στοργικό βλέμμα τά δάκρυα τῶν πολυτέκνων οἰκογενειῶν, ἀφουγκράσου τούς στεναγμούς τῶν ἀνέργων, τῶν ἀστέγων, τῶν ἀσθενῶν ἀδελφῶν μας. Τῶν γερόντων πού ζοῦν μέσα στήν ἐγκατάλειψη καί τή σκληρή μοναξιά. Γλύκανε τόν πόνο τῶν ἀδικημένων συζύγων. Ἀνάλαβε ὑπό τήν προστασία σου τά παιδιά τῶν διαλυμένων οἰκογενειῶν· προστάτευσέ τα ὥστε νά μείνουν μακριά ἀπό λανθασμένες ἐπιλογές πού θά τά βλάψουν καί μπορεῖ νά τά ὁδηγήσουν στήν καταστροφή. Ἐνίσχυε πάντοτε, ἰδιαίτερα τήν περίοδο αὐτή τούς ἀδελφούς μας πού διακονοῦν στά νοσοκομεῖα τούς ἐκ τῆς λοιμικῆς νόσου πληττομένους ἀδελφούς μας.

Καί ἐπειδή εἶσαι Μητέρα πονεμένη, καί μάλιστα ἡ μόνη Μητέρα πού εἰσακούεται πάντα ἡ μεσολάβησή της, παρακάλεσε τόν Υἱόν σου νά μᾶς λυπηθεῖ. Νά στείλει ἀγγέλους πού θά ἐμπνεύσουν πνεῦμα μετανοίας μέσα στίς ψυχές ὅλων μας. Ζήτησε νά χαρισθεῖ σέ ὅλους μας διάθεση μετανοίας καί ἐπιστροφῆς στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.

Τό γνωρίζουμε ὅτι ἄν δέν μετανοήσουμε, δέν πρόκειται νά σωθοῦμε. Γιά νά μᾶς σώσει ὁ Θεός, θέλει νά δεῖ τή μετάνοιά μας, ὅπως ἔγινε στά παλιά χρόνια μέ τήν πρωτεύουσα τῆς Ἀσσυρίας Νινευή.

Γι᾽αὐτό σέ παρακαλοῦμε, Παναγία μας, ἄ-κουσε τή δέηση τῶν πιστῶν δούλων σου καί παρακίνησε τούς μεγάλους κήρυκες τῆς μετανοίας, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο καί τόν ἅγιο Νίκωνα τόν «Μετανοεῖτε», νά μεσολαβήσουν καί αὐτοί στόν Κύριο καί Υἱό σου, ὥστε νά στείλει πνεῦμα μετανοίας σέ ὅλους μας, στούς ἄρχοντες καί τόν λαό μας, γιά νά σωθεῖ ὁ τόπος μας καί ὅλος ὁ κόσμος ἀπό τή λοιμική νόσο καί ἀπό κάθε ὑποδούλωση ὑλική καί πνευματική. Καί νά δοξολογεῖται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας εἰλικρινά καί νά ὑμνεῖσαι καί σύ, ἡ Παναγία Μητέρα του, ἀπό ὅλους καί σ᾽ὅλο τόν κόσμο.

Κι ἐκείνη θά μᾶς κυττάζει μέ στοργή. Δέν θά περιφρονεῖ τήν ἐπίκλησή μας σέ ὧρες ἀγωνίας καί πόνου. Θά μᾶς ἀκούει κι ἄς εἴμαστε ἁμαρτωλοί, καί θά μεσιτεύει στόν Υἱόν της γιά ἐμᾶς. Τότε ἡ θλιμμένη ψυχή μας θά γαληνεύει, θά παρηγορεῖται, θά παίρνει δύναμη στίς δύσκολες περιστάσεις.

****

«Σῶσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ἡμᾶς»

Πολλοί ναυτικοί, Θεοφιλέστατε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πρίν ἐπιχειρήσουν τά ταξίδια τους ζητοῦσαν καί ζητοῦν τήν προστασία τῆς Παναγίας γιά νά μή βουλιάξουν μέσα στά μελανιασμένα καί ἀφρισμένα κύματα τῶν θαλασσῶν, ἀλλά νά φθάσουν στόν προορισμό τους. Καί ἐμεῖς ὡς ποντοπόροι τῆς παρούσας ζωῆς νά ἐπικαλούμαστε τή βοήθειά της γιά νά μή καταποντισθοῦμε στά κύματα τῶν θλίψεων καί γιά νά φθάσουμε στό γαλήνιο λιμάνι τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὅπου ἐκεῖ καί αὐτή ὡς Μητέρα πνευματική μᾶς περιμένει μέ πολλή χαρά. Εὐχηθεῖτε μας, Θεοφιλέστατε.

Ανακοίνωση Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Τριμυθούντος κ. Βαρνάβα

2 апреля, 2020 - 18:55

Σεβαστοὶ Πατέρες, ἔντιμοι ἐκκλησιαστικοὶ ἐπίτροποι, ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Τριμυθοῦντος, μετὰ τὸ χθεσινοβραδινὸ διάγγελμα τοῦ Προέδρου τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας καὶ τὸ διάταγμα τοῦ Ὑπουργείου Ὑγείας γιὰ λήψη αὐστηρότερων μέτρων, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερη ἀντιμετώπιση τῆς πανδημίας καὶ τὸν ἔλεγχο καὶ εἰ δυνατὸν τὸ σπάσιμο τῆς διασπορᾶς τῆς νόσου, ἀνακοινώνει τὰ ἀκόλουθα:

Α) Ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου θὰ ἀρχίσει στὶς 4:30 μ.μ. τὸ ἀργότερο, ἔτσι ὥστε οἱ ἱερεῖς καὶ τὸ λοιπὸ ἀπαραίτητο βοηθητικὸ προσωπικό (ψάλτες, ἀναγνῶστες, νεωκόροι, ἐπίτροποι), ποὺ θὰ λάβουν μέρος, νὰ βρίσκονται πρὶν ἀπὸ τὶς 6:00μ.μ. στὸ σπίτι τους, ὥρα ἔναρξης τῶν νέων αὐστηρῶν μέτρων.

Β) Στοὺς ἱεροὺς Ναοὺς θὰ τελοῦνται κανονικὰ ὅλες οἱ ἀκολουθίες καὶ θεῖες λειτουργίες μέχρι τὴ 13η Ἀπριλίου 2020, ΜΟΝΟ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τὸ λοιπὸ ἀπαραίτητο βοηθητικὸ προσωπικό (ψάλτες, ἀναγνῶστες, νεωκόρους, ἐπιτρόπους), οἱ ὁποῖοι νοεῖται ὅτι δὲν θὰ ὑπερβαίνουν τὸν ἀριθμὸ τῶν 10 (δέκα) προσώπων. Οἱ ἀναφερόμενες ἀκολουθίες θὰ τελοῦνται κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καὶ χωρὶς τὴν παρουσία ἄλλων πιστῶν. Μποροῦν νὰ ἠχοῦν κανονικὰ οἱ καμπάνες γιὰ πνευματικὴ ἐγρήγορση ὅλου τοῦ χριστεπώνυμου πληρώματος, καὶ τὰ ἐξωτερικὰ ἠχεῖα τῶν ναῶν νὰ βρίσκονται σὲ λειτουργία.

Γ) Ὅσοι θὰ εὑρίσκονται στὸν Ναὸ θὰ πρέπει νὰ τηροῦν αὐστηρὰ τὶς ὁδηγίες καὶ τὰ πρωτόκολλα ἀσφαλείας ποὺ ἀφοροῦν τοὺς κλειστοὺς χώρους.

Δ) Ἡ μετάβαση στοὺς Ναοὺς ἱερέων καὶ ἀπαραίτητου λοιποῦ βοηθητικοῦ προσωπικοῦ εἶναι μὲν δυνατή, πρέπει δὲ νὰ φέρουν μαζί τους ταυτότητα ἤ διαβατήριο καὶ νὰ ἐξηγοῦν στὶς ἁρμόδιες ἐποπτικὲς ἀρχὲς τὸν σκοπὸ τῆς μετακίνησής τους «ἀπὸ καὶ εἰς χῶρο ἐργασίας» (προεδρικὸ διάγγελμα).

Ε) Οἱ πιστοὶ καλοῦνται ὅπως ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς κατὰ τόπους ἱερεῖς γιὰ τὴν ποιμαντικὴ καὶ πνευματική τους στήριξη.

Στ) Στὶς περιπτώσεις κηδειῶν, σύμφωνα καὶ μὲ τὸ προεδρικὸ διάταγμα, ὁ ἀριθμὸς δὲν θὰ ὑπερβαίνει τὰ δέκα πρόσωπα.

Ζ) Οἱ πιστοὶ καλοῦνται νὰ ἀξιοποιήσουν τοὺς ραδιοφωνικοὺς καὶ τηλεοπτικοὺς σταθμούς, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν τεχνολογία γιὰ νὰ παρακολουθοῦν τὶς ἀκολουθίες τῆς περιόδου. Νὰ ἐνεργοποιήσουμε τὴν «κατ’ οἶκον Ἐκκλησία» καὶ νὰ μετατρέψουμε τὰ σπίτια καὶ τὶς καρδιές μας σὲ ζωντανὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Τέλος, προσκαλοῦμε ὅλους, κλῆρο καὶ λαό, νὰ μετατρέψουμε, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας μας, τὸν κάθε κτύπο τῆς καμπάνας σὲ παρήγορο, ἐλπιδοφόρο καὶ σωτήριο μήνυμα συμπροσευχῆς, συλλογικῆς εὐθύνης, ἑνότητας, ἀγῶνα, ἀλληλεγγύης, καλοσύνης, εἰρήνης, ὑπομονῆς, δύναμης, θάρρους καὶ ἀντοχῆς.

«Ὁ Θεὸς μεθ᾽ ἡμῶν»

Μετὰ πατρικῶν εὐχῶν

† Ὁ Τριμυθοῦντος Βαρνάβας

 

Ἱερὰ Μητρόπολις Τριμυθοῦντος,

24 Μαρτίου 2020.

Το πνεύμα της αυτοθυσίας του Αγώνα του 55-59

2 апреля, 2020 - 09:47

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡ. ΓΙΑΓΚΟΥ,

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ – ΑΝΤΕΠΙΣΤΕΛΛΟΝ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ».

 

Ο απελευθερωτικός Αγώνας του κυπριακού λαού του 1955-59 πέρασε στη ιστορία ως ένα ηρωικό έπος που καταξιώθηκε στη συνείδησή του ελληνισμού. Κύρια γνωρίσματα  του Αγώνα εκείνου ήταν το πνεύμα της αυτοθυσίας για την ελευθερία της πατρίδας μας από τον αποικιακό ζυγό, η αγωνιστικότητα του λαού μας και η χριστιανική υπέρβαση τού φόβου τού θανάτου.

Τούτο το πνεύμα το βρίσκουμε διάχυτο μέσα στις επιστολές των εννέα   απαγχονισθέντων εθνομαρτύρων μας, και στα κείμενα των βασανισθέντων Αγωνιστών μας.  Αναφέρω μόνο κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα.

 

ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΥΤΣΟΦΤΑΣ: Απαγχονίστηκε από τους Άγγλους  στις 21 Σεπτεμβρίου 1956, σε ηλικία 20 χρονών, μαζί με το Στέλιο  Μαυρομμάτη  και τον Ανδρέα Παναγίδη.

Στις 16 Σεπτεμβρίου 1956 έγραφε στη μητέρα του:

«…Έχουμε τις ελπίδες μας στον Πανάγαθο Θεό και πιστεύουμε ότι θα βοηθήσει και σας και μας. Να έχετε όλοι πίστη στον Άγιο Θεό, για να σας βοηθήσει να σταθήτε σαν  Ελληνίδες Μητέρες. Μη λυπάσθε γιατί δεν θα με χάσετε. Με αφιερώνετε στην Πατρίδα. Μητέρα πρέπει να είσαι υπερήφανη γιατί είμαι κι’ εγώ ένα παιδί τής Κύπρου, που δίνει το αίμα του για την Ε λ ε υ θ ε ρ ί α !

     Προσεύχομαι στην Υπεραγία Θεοτόκο να Σας δώσει θάρρος και ψυχραιμία, γιατί και Εκείνη έχασε τον Υιό Της. Ο Χριστός σταυρώθηκε, για να μας απαλλάξη από τα δεσμά, από την αδικία και από τον φόβον τού θανάτου. Γιατί φοβάσθε, αφού πιστεύουμε στο αληθινό ΦΩΣ;

Οι μόνες λέξεις που μπορούν  ν’ ακούσουν από τα χείλη μας οι δυνάσται είναι αυταί:    ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ  Η  ΘΑΝΑΤΟΣ….».

 

ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ:  Απαγχονίστηκε από τους Άγγλους στις 21 Σεπτεμβρίου 1956 σε ηλικία 23 ετών.

Στις 10 Σεπτεμβρίου έγραφε στον αδελφό του:

«… Ο  Χριστός μού δίνει δύναμη και θάρρος κι’ έτσι μπορώ να αντιμετωπίσω όλα με πίστη και ελπίδα…»

Στις 18 Σεπτεμβρίου γράφει το τελευταίο γράμμα προς τους γονείς και τ’ αδέλφια του.

«…   Αισθάνομαι τον εαυτό μου ισχυρό και γαλήνιο, γιατί έχω μέσα μου τον Χριστό και είμαι βέβαιος  ότι θα με βοηθήσει μέχρι τέλους… Θέλω να ξέρετε  πως ο υιός σας και αδελφός σας πέθανε με το   χ α μ ό γ ε λ ο στα χείλη, γιατί κράτησε μέχρι τέλους τον ιερόν όρκο που έδωσε να θυσιαστεί χάριν  τής ελευθερίας τής  Κύπρου….». 

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΙΔΗΣ: Απαγχονίστηκε από τούς Άγγλους στις 21 Σεπτεμβρίου 1956, μαζί  με τον Μιχάλη Κουτσόφτα και τον Στέλιο Μαυρομμάτη.  Ήταν ηλικίας 22 χρονών. Ο μόνος έγγαμος απ’ όσους  κρέμασαν οι Άγγλοι. Ήταν πατέρας τριών παιδιών.

                Έγραφε στον αδελφό του:

«Αυτά τα σκοτεινά κελιά , που άλλοτε ήσαν κελιά της φρίκης και του τρόμου, είναι τώρα κελιά λαμπερά, χαράς και υπερηφάνειας… Περιμένουμε την ημέρα της  εκτελέσεώς μας σαν    ά γ ι α  ώ ρ α   τής   Ε λ ε υ θ ε ρ ί α ς ! ».

Το τελευταίο  « χ α ί ρ ε τ ε » το χριστιανικό  « χ α ί ρ ε τ ε »   ο Ανδρέας Παναγίδης το απευθύνει στα πεθερικά του και στους κουνιάδους του.

« …Σας στέλλω το τελευταίο μου μήνυμα από τα προπύλαια τού θανάτου… Τώρα που ξέρω ότι σε μια μέρα θ’ αντικρίσω την αγχόνη, έχω διπλάσιο θάρρος από πριν. Ο Χ ρ ι σ τ ό ς είναι πάντα συντροφιά  στα κελιά μας!   Ο Χριστός μάς γεμίζει την καρδιά με αληθινή   χ α ρ ά.   Παρακαλούμε τον Θεό να μάς σώσει όχι το σώμα αλλά   την ψ υ χ ή !…».

Αναμφίβολα η ευψυχία, η αυτοθυσία και το πνευματικό κάλλος των επιστολών αυτών είναι ανεπανάληπτο και ανυπέρβλητο. Και το μόνο σχόλιο που επιθυμώ να γράψω είναι τούτο: Το πνεύμα των επιστολών αυτών, καθώς και των υπολοίπων απαγχονισθέντων, δεν ήταν λόγοι πίστεως και παρηγοριάς, που γράφτηκαν σε ώρες πνευματικής και εθνικής ανάτασης. Ήταν μια βιωματική χριστιανική και εθνική ιδεολογία, που διαμορφώθηκε στην ψυχοσύνθεσή τους παιδιόθεν, η οποία κράτησε το ηθικό των αγωνιστών ακμαίο και αγωνιστικό μέχρι την αγχόνη! Ήταν η πίστη τους για την αξία τού αγώνα τους προς το ύψιστο ιδανικό που λέγεται ελευθερία και η απόλυτη βεβαιότητά τους για τη μεταθανάτια ζωή, όπως την βρίσκουμε διατυπωμένη μέσα στη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης.

 

ΕΔΩ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΚΙΒΩΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΟΚΑ ΚΛΕΟΣ

ΠΩΣ ΤΡΙΚΥΜΙΖΕΙ ΑΝΑΓΛΥΦΟΣ Ο ΤΟΠΟΣ Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ

ΓΕΥΣΗ ΠΙΚΡΗΣ ΜΕΤΑΛΑΒΙΑΣ ΑΧΡΑΝΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙ ΚΑΙ ΝΑΟΣ ΜΕ ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

 

ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΖΙΤΣΑΙΑ

 

ΚΑΙ ΜΕ ΤΑ ΝΕΚΡΑ ΚΟΡΜΙΑ ΤΟΥΣ

ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΔΟΞΟΛΟΓΟΥΝ

 

  ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΜΑΡΑΘΕΥΤΗΣ

 

ΣΤΑΥΡΟΙ ΚΑΙ ΔΑΦΝΕΣ ΦΥΤΡΩΣΑΝ ΣΤΗ ΓΗ

ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΟΥ ΝΑΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙΑ,

ΠΕΡΝΑΕΙ ΤΟ ΦΩΣ ΕΠΑΝΩ ΚΑΙ ΡΙΓΕΙ.

ΟΧΙ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΑΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑ.

 

  ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΖΙΤΣΑΙΑ

Το ίδιο πνεύμα της αυτοθυσίας  το συναντούμε και στους αγωνιστές που έπεσαν μαχόμενοι στα πεδία των μαχών για το ίδιο ιδανικό τής ελευθερίας. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου λ.χ. πριν από το ηρωικό ολοκαύτωμά του είπε ευθαρσώς στους συντρόφους του.

«Εγώ θα πολεμήσω και θα πεθάνω. Πρέπει να πεθάνω»!  «Ο σπόρος που σπείραμε βλάστησε. Άναψε και φούντωσε η φλόγα στις καρδιές όλων των Ελλήνων. Τίποτε δεν μπορεί πια να την σβήσει. Ο θάνατός μου θα την φουντώσει ακόμα περισσότερο. Η Λευτεριά θα ανατείλει όπου νά ‘ναι λαμπρή…». Ακολούθησε  η γνωστή ηρωική του θυσία!

Και κατά τον ποιητή Νίκο Κρανιδιώτη, έγινε

Λαμπάδα τ’ αντρειωμένο {του} κορμί

και Φως που καίει.

Ήλιος που περπατάει στον ουρανό

Κι ανάβει, με το σπαθί της λεβεντιάς

τη νέα Ελπίδα

{έγινε}

Βάτο φλεγόμενη στη Γη τού Μαχαιρά!

{και}χάραξε με τ’ αναμμένα δάκτυλα

των εικοσιεννιά {του} χρόνων

τής Λευτεριάς Δεκάλογο για τη Φυλή {του}.

 

Πίσω από τους πεσόντες  ήρωές  μας,  άξιοι τιμής και θαυμασμού είναι οι ηρωικοί γονείς τους, που τους ανέθρεψαν με το μάννα τής φιλοπατρίας και τής αυτοθυσίας. Θαυμάζουμε τον Πιερή Αυξεντίου, ο οποίος, όταν εκλήθη στο στρατιωτικό νοσοκομείο για να αναγνωρίσει τον καμένο γυιο του, έφυγε από εκεί υπερήφανος χωρίς να αφήσει ούτε ένα δάκρυ να κυλίσει από τα μάτια του. Ο Γρηγόρης δεν ήταν για κλάματα. Ήταν ο αξιοθαύμαστος αγωνιστής τής ελευθερίας και της αυτοθυσίας. Γι’ αυτό και σ’ ένα μνημόσυνο του παιδιού του είπε χαρακτηριστικά:

«Είμαι υπερήφανος γιατί έλαχε ο κλήρος στο παιδί μου να δώσει τη ζωή του για την Ελευθερία. Νιώθω υπερήφανος γιατί πόνεσα για την Πατρίδα. Το ξέρω, Πατρίδα μου, πως όλα είναι μικρά μπροστά στο μεγαλείο σου. Όμως έχω δώσει για σένα το πιο πολύτιμο πράγμα στον κόσμο, το παιδί μου. Ας είναι ευλογημένο το όνομά σου».

Παραπλήσια δήλωσε και ο πατέρας του αετού τού Πενταδακτύλου, τού Κυριάκου Μάτση, ο γέρο Χριστοφής:

«Τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου είμεθα υπερήφανοι για τον ηρωικό θάνατο του αγαπημένου μας παιδιού, που ηγωνίσθη με όλη τη δύναμη τής ψυχής του για την ελευθερία του μαρτυρικού μας νησιού. Εύχομαι οι θυσίες των παιδιών μας να φέρουν σύντομα τους καρπούς των».

Πλάι στους υπέροχους αυτούς αγωνιστές αγωνιζόταν και όλος ο λαός. Μαζί τους και οι υπέροχες ελληνίδες, Μάνες και Αδελφές. Η προσφορά τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο Αρχηγός τού Αγώνα έγραψε χαρακτηριστικά:

«Η συμβολή τής Ελληνίδος Κυπρίας εις τον απελευθερωτικόν αγώνα υπήρξε εξόχως σημαντική. Με βαθείαν  συγκίνησιν αναλογίζομαι την πολύτιμον συνεισφοράν της εις τον αγώνα. Με παραδειγματικήν αυταπάρνησιν ανέλαβε και εξετέλεσε κατά τρόπον αξιοθαύμαστον πάσαν αποστολήν, μη ορρωδήσασα προ ουδενός κινδύνου. Όλαι αι Ελληνίδες των πόλεων και των χωρίων τής Κύπρου δεν υστέρησαν εις πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας».

Και όντως· αρκεί να αναφέρουμε  τη Λουκία  Παπαγεωργίου  με τα έξι παιδιά. Ήταν μέλος της ΕΟΚΑ  και στο περιβόλι της, στο Αυγόρου, διατηρούσε κρησφύγετο, όπου μαζί με τον σύζυγό της φιλοξενούσαν καταζητούμενους αγωνιστές.  Και ενώ ήταν έγκυος το έβδομό της παιδί, ηγήθηκε μαχητικής διαδήλωσης εναντίον των Άγγλων με  αποτέλεσμα οι Άγγλοι να την πυροβολήσουν και να την δολοφονήσουν.

Οι γυναίκες και κυρίως οι μαθήτριες δρούσαν ως σύνδεσμοι των αγωνιστών, μεταφέροντας την αλληλογραφία ή και διαταγές δια ζώσης. Για την προσφορά τής Ελληνίδας Κυπρίας αρκεί μονάχα να αναλογιστούμε τον πόνο και την αγωνία όλων εκείνων των Μητέρων, των οποίων τα παιδιά τους ήταν φυλακή και βασανίζονταν από τους Άγγλους και Τούρκους βασανιστές για να αποκαλύψουν μυστικά τής οργάνωσης.  Αρκεί να αναλογιστούμε   τον πόνο και την οδύνη των Μανάδων Εκείνων που τα παιδιά τους καταδικάστηκαν σε θάνατο και επρόκειτο να εκτελεστούν. «… καί σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. 2, 35).  Είναι η προφητική φράση που είπε ο θεοδόχος  Συμεών προς την Παναγία γνωρίζοντας τον πόνο και την οδύνη που θα δοκίμαζε όταν θα έβλεπε τον  Υιόν Της να σταυρώνεται σαν κακούργος στο μέσο δύο ληστών. Νομίζω ότι μόνο αυτή η φράση  είναι δυνατόν να μας βοηθήσει να νιώσουμε, κατ’ ελάχιστον, την ψυχοσύνθεση των ζυμωμένων με τον πόνο και οδύνη ηρωικών εκείνων Μανάδων  τού απελευθερωτικού μας Αγώνα. Αυτό άλλωστε υπέμνησε προς τη Μάνα του και ο Μιχάλης Κουτσόφτας στην τελευταία του επιστολή γραμμένη   μία μόνο μέρα πριν από τον απαγχονισμό του.

«Σεβαστή μου μητέρα, χαίρε,

… Φανταστείτε το μεγάλο μαρτύριο τού Σωτήρος, που κρεμάστηκε πάνω στον σταυρό για να σώσει τη δική μας ψυχή. Δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε τον θάνατο, αφού πιστεύουμε στο αληθινό φως. Από τη στιγμή που άκουσα την ώρα της εκτελέσεώς μας, νιώθω την ψυχή μου να είναι γεμάτη από μια αληθινή χαρά…».

 Νομίζω ότι θα ήταν παράλειψή μου, πραγματευόμενος το θέμα τής αυτοθυσίας του κυπριακού ελληνισμού, κατά την ένδοξη εποποιία τού 55-59 να μην  αναφερθώ στους αγωνιστές εκείνους που υπέφεραν τα πάνδεινα προκειμένου να μην αποκαλύψουν τα μυστικά της οργάνωσης. Για να νιώσουμε – έστω και κατ’ ελάχιστον- τα βάσανα που υπέφεραν οι Αγωνιστές προτιμώ να παραθέσω κάποια αποσπάσματα.

Πρώτα από το συγκινητικότατο βιβλίο του ΦΡΙΞΟΥ Γ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ «δεν ξέρω…δεν ξέρω τίποτε… ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ ΠΛΑΤΡΕΣ – ΟΜΟΡΦΙΤΑ- ΛΕΥΚΑ.

Ας σημειώσουμε ότι ο τρομερός MERLIN, που θα συναντήσουμε πιο κάτω  ήταν ο πιο φρικτός και χειροδύναμος βασανιστής, αληθινά σαδιστής. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από Ελληνίδα μητέρα και Άγγλο γεωπόνο∙ είναι αυτός που πέτυχε την ομώνυμη παραγωγή των ομφαλοφόρων πορτοκαλιών Μέρλιν. Ο γυιός τους αναδείχτηκε αληθινός γενίτσαρος.

Γράφει ο Φρίξος Δημητριάδης: ΣΕΛ. 128. Τίτλος κεφαλαίου:

«Κύριος ὑπερασπιστής τῆς ζωῆς μου. Ἀπό τίνος δειλιάσω;».

 «… Το νέο βασανιστήριο της Ομορφίτας δημιουργούσε το τρομερό και βαρύτατο αίσθημα του πνιγμού. Στη δική μου περίπτωση, πράγματι με αναστάτωσε σε αφάνταστο βαθμό. Επιπλέον όμως, με αυτό το βασανιστήριο, δημιουργήθηκε η αιτία για να προκληθεί μια σοβαρή βλάβη στη σιαγόνα μου. Σε κάποια στιγμή που με βασάνιζαν με το μαρτύριο του πνιγμού, ο σωματώδης και χειροδύναμος Μέρλιν άρπαξε το κεφάλι μου και το γύρισε απότομα δεξιά- αριστερά μερικές φορές. Φαίνεται ότι έσπρωξε πολύ δυνατά την κάτω σιαγόνα της κεφαλής μου και το κακό έγινε. Μ’ εκείνη την απότομη και δυνατή κίνηση βγήκε από τη θέση της η κάτω σιαγόνα, μένοντας στη μια μεριά. Η γλώσσα μου βγήκε έξω από το στόμα και δεν μπορούσα να φωνάξω ή να μιλήσω. Πονούσα τρομερά. Ο Μέρλιν γελούσε συνέχεια και φαινόταν ευχαριστημένος από τη νέα του επιτυχία. Έστριψε ακόμη περισσότερο την εξαρθρωμένη σιαγόνα και προκάλεσε πιο φρικτούς πόνους. Ύστερα τράβηξε απότομα τη σιαγόνα προς την άλλη μεριά και την έβαλε στη θέση της.

Το νέο «πείραμα» με τη σιαγόνα άρεσε στον Μακκάουαν, τον εμπνευστή των «επιστημονικών» βασανιστηρίων, και είπε τού Μέρλιν και το επανέλαβε μερικές φορές. Δηλαδή έβγαζε τη σιαγόνα από τη θέση της και μετά την πίεζε δυνατά προς την αντίθετη κατεύθυνση και πήγαινε στη θέση της προκαλώντας φρικτούς και αφάνταστους πόνους.

Μ’ εκείνες τις συνεχείς εξαρθρώσεις που έκαμαν προξένησαν σοβαρή βλάβη στη σιαγόνα που δεν έμενε στη θέση της. Τότε πήραν δύο μεγάλα δερμάτινα κορδόνια και έδεσαν σφικτά το κεφάλι μου με τη σιαγόνα στη θέση της. Όταν όμως, μετά με κτύπησαν απότομα πάλι βγήκε η σιαγόνα από τη θέση της…».

Ο βαθύτατος θαυμασμός που αισθάνομαι μέσα μου για τους αγωνιστές που πέρασαν από τα φρικτά βασανιστήρια τής Ομορφίτας με παρωθεί εντόνως να αναφερθώ και σ’ ένα άλλο υπέροχο βιβλίο που έχει τίτλο 

«ΥΜΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ»

του Αγωνιστή της ΕΟΚΑ ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

Αντιγράφω κάποια αποσπάσματα από το  δεύτερο μέρος που έχει  τίτλο

«ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚΑ 19955-59», στο οποίο ο συγγραφέας αναφέρεται και αυτός στα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη στην Ομορφίτα, από τους ίδιους βασανιστές.

Στο κεφάλαιο «Στη φρίκη τής Ομορφίτας» σελ. 321 γράφει:

 «Οι γροθιές έπεφταν βροχή, χωρίς διακοπή, ενώ ταυτόχρονα φώναζαν. «Μίλα ρε σκύλε, μίλα γιατί θα σε σκοτώσουμε. Δεν θα βγεις ζωντανός απ’ εδώ μέσα». Από το ανηλεές γρονθοκόπημα έπεσα στο πάτωμα. Με κτυπούσαν, με κλωτσούσαν, με ποδοπατούσαν.

Σταμάτησαν με παρέμβαση τού Άγγλου ανακριτή, που πρόσταξε να με βάλουν στο γυμνό κρεβάτι των μαρτυρίων. Προηγουμένως μού έδωσαν υγρά σίδερα με ηλεκτροφόρα καλώδια. Άρχισαν να διοχετεύουν ηλεκτρισμό σ’ όλο μου το κορμί. Οι πόνοι ήταν φρικτοί αβάστακτοι. Συγκλονιζόμουν  ολόκληρος. Το ρεύμα προκαλούσε τρέμουλο σ’ όλο το σώμα μου. Ήταν κάτι το συγκλονιστικό, απερίγραπτο, απάνθρωπο… κι ύστερα εφάρμοσαν τα ηλεκτρικά καλώδια στα γεννητικά όργανα και στον ομφαλό μου. Δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια το φρικτό μαρτύριο. Ήταν ένα μαρτύριο αργού θανάτου. Θανάτου που δεν ερχόταν. Ήταν το πιο φρικτό, το πιο σκληρό, το πιο απάνθρωπο βασανιστήριο. Συνέχισαν μέχρι που έχασα τις αισθήσεις μου. Μ’ έκαναν να συνέλθω και ξανάρχισε το ίδιο μαρτύριο… το κορμί μου ήταν εξαντλημένο, μα η ψυχή δυνατή…

Και τα μαρτύρια ξανάρχισαν. Ξυλοδαρμός, γρονθοκοπήματα, πάλι στην καρκολού, (το σιδερένιο κρεβάτι), πάλι τα ηλεκτρικά καλώδια στα γεννητικά όργανα, ξανά τεχνητός πνιγμός, το βρεγμένο σεντόνι. Να θέλεις να αναπνεύσεις και να μην μπορείς. Να σε πνίγουν σιγά – σιγά χωρίς να μπορείς να αντιδράσεις. Το συναίσθημα ήταν απερίγραπτο. Ήταν προτιμότερος ο θάνατος παρά το μαρτύριο του τεχνητού πνιγμού.

Οι βασανιστές γνώριζαν πόσο απάνθρωπο ήταν, αλλά δεν τους ενδιέφερε η ζωή ή ο θάνατος των ανθρώπων, παρά μόνο οι πληροφορίες που ήθελαν. Λιποθυμούσα, επανακτούσα τις αισθήσεις μου κι άρχιζαν τα ίδια. Προσπαθούσαν να με κάνουν να μιλήσω. Ήταν σίγουροι πως γνώριζα πολλά… Δεν ξέρω πόσο διάρκεσαν τα βασανιστήρια…

Κάποια στιγμή με ξαναπήραν στο κελί. Μόλις έφθασα, προσευχήθηκα. Ευχαρίστησα την Παναγία που με βοήθησε να αντέξω τα μαρτύρια. Την παρακαλούσα να με βοηθήσει και στο μέλλον, στα νέα βασανιστήρια, που θ’ ακολουθούσαν ή να με βοηθήσει να πεθάνω. Καλύτερα νεκρός παρά προδότης τής Πατρίδας μου… Ήξερα πολλά… Μα προπάντων ήμουν γνώστης τού Αρχηγείου. Γνώριζα το κρησφύγετο τού Αρχηγού της ΕΟΚΑ. Κι’ η γνώση, είναι τέτοιες στιγμές φοβερό βάρος για κείνους που την κατέχουν.

Έπρεπε ν’ αντέξω όσα κι αν ήταν τα μαρτύρια. Το μεγάλο μυστικό έπρεπε να το πάρω μαζί μου στον τάφο. Είχα χρέος να πεθάνω.  Αν πάρεις την απόφαση να πεθάνεις, ήδη έχεις κερδίσει τη μάχη τής ζωής στο αμόνι τής δοκιμασίας».

Πιστεύω ακράδαντα ότι στην τελευταία παράγραφο εμφαίνεται σαφέστατα και η πεμπτουσία τού απελευθερωτικού μας αγώνα. Οι Έλληνες Αγωνιστές, κατά την ένδοξη εκείνη περίοδο, επιδεικνύοντας ένα πρωτοφανές πνεύμα αυτοθυσίας, ήταν αποφασισμένοι να αγωνισθούν μέχρι θανάτου προκειμένου να κερδίσουν το ουράνιο αγαθό τής ελευθερίας τους. Προχωρούσαν απτόητοι στον υπέροχο εκείνο Αγώνα γιατί μέσα τους είχαν ταυτίσει το νόημα τής ζωής τους με το νόημα τής ελευθερίας «κρίναντες τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον τὸ δὲ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον»,  κατά τον αρχαίο ιστορικό Θουκυδίδη.

Ο ίδιος ο Αγγελόπουλος κρίνοντας την προσφορά του προς τον Αγώνα γράφει.

«Αξιολογώντας την προσφορά μου στον Αγώνα τού 1955-59, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η σημαντικότερη ήταν αυτή των βασανιστηρίων στην Ομορφίτα το καλοκαίρι τού 1958, που παρόλο ότι μαρτύρησα σωματικά και ψυχικά, εν τούτοις κατόρθωσα να διαφυλάξω όλα τα σημαντικά μυστικά που γνώριζα» ( σελ.331).

 

Με την ίδια εθνοπρεπή παραστατικότητα εξιστορεί τα βασανιστήριά του και ένας άλλος αγωνιστής της Ελευθερίας, ο τομεάρχης της ΕΟΚΑ και ο πιο συναγωνιστής του Γρηγόρη Αυξεντίου, ΘΑΣΟΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ στο γλαφυρό και τεκμηριωμένο  βιβλίο του «ΧΡΟΝΙΑ ΟΔΥΝΗΣ».

Στις  σσ. 93-100 γράφει:

«…αφού με ξεγύμνωσαν άρχισαν να με μαστιγώνουν στη ράχη με ειδικό δερμάτινο μαστίγιο, που είχε στην άκρη του τεμάχια σιδήρου. Στίγματα και ουλές διακρίνονται ακόμη ευκρινώς στη ράχη μου. Μετά το μαστίγωμα υποχρεώθηκα να καθίσω σε σκαμνί.

Στη κεφαλή μου φόρεσαν ντενεκεδένιο δοχείο και δεμένο με κουβέρτα το πρόσωπο. Τα χέρια δεμένα και τα πόδια προσδεμένα σε πάσσαλο. Άρχισαν να με κτυπούν με ειδικό μικρό λαστιχένιο μαστίγιο στη ράχη, πάνω από τα γόνατα με ξύλινα γκλόπ και κάτω από τα πέλματα με συρμάτινο μαστίγιο, ενώ συγχρόνως κτυπούσαν με το σφυρί πάνω στο δοχείο που ήταν τοποθετημένο στο κεφάλι μου. Τα βασανιστήρια αυτά διήρκεσαν πολλές ώρες και οι βασανιστές άλλαζαν βάρδιες. Για μια στιγμή λιποθύμησα κι έγειρα και έπεσα. Μου έριξαν ένα κουβά νερό και περίμεναν να συνέλθω. Τα βασανιστήρια αυτά συνεχίστηκαν επί 4 ημέρες… ένιωθα σωματικά εξαντλημένος και οι δυνάμεις μου με είχαν εγκαταλείψει. Το μόνο που ένιωθα ατάραχο, δυνατό και σταθερό, ήταν το μυαλό μου, που μου κρατούσε τις αποφάσεις οριστικές και ακλόνητες…

Μέσα μου άρχισε έντονα να δημιουργείται η βεβαιότητα ότι ήρθε η ώρα μου να πεθάνω. Ήμουν έτοιμος για όλα… τότε άρχισαν να μου καταφέρουν με λύσσα αλλεπάλληλα κτυπήματα στο πρόσωπο. Άρχισε πάλι η αιμορραγία από το στόμα και τη μύτη. Με κτυπούσαν συνέχεια στο λαιμό και στο σβέρκο με κτυπήματα «Ζίου Ζιτσου», με τρόπο ώστε να περιέλθω σε κατάσταση ημιλιποθυμίας. Ένιωθα τα γόνατά μου να λυγίζουν και για να μην πέσω με υποβάσταζαν από τους ώμους…

… μέσα μου νιώθω νικητής, νιώθω έτοιμος να πεθάνω… νιώθω μια γαλήνη να γεμίζει το είναι μου. Νιώθω να τελειώνουμε. Αγγίζω την εξαΰλωση, την πλήρη πνευματική απελευθέρωση. Νιώθω έτοιμος να πεθάνω, γι’ αυτό και το ζητώ. «Σκοτώστε με».

Ο Merlin όμως μου λέγει με ύφος σαρκαστικό και χαιρέκακο: «Α, μπα, δεν θα σε σκοτώσουμε, καημένε. Έτσι εύκολα νομίζεις θα πεθάνεις… θα πεθαίνεις λίγο –λίγο, όλη μέρα, χωρίς να φας, χωρίς να κοιμηθείς, σαν χοίρος μέσα στα αίματα, στη βρωμιά, στη λάσπη, στο σκοτάδι… τότε πήρα την απόφαση να πεθάνω μόνος μου κι άρχισα να μην δέχομαι καθόλου τροφή… κάθε μια ώρα μπαινόβγαιναν στο σκοτεινό υπόγειο και με κτυπούσαν σ’ όλα τα μέλη του σώματος, ιδιαίτερα στα γεννητικά όργανα. Πολλές φορές έφερναν μαζί τους ένα κύπελλο νερό και με πίεζαν να πιω λέγοντας μου πως ήταν διαταγή,  άλλως με απειλούσαν να με βασανίσουν και πάλι. Επίμονα αρνιόμουν να πάρω τροφή ή νερό. «Αν δε το πιεις θα σε τιμωρήσει ο κάπταιν» μού είπε∙ «χύσε το στη γωνιά» του απάντησα.

Το σώμα μου είχε γεμίσει πληγές, πύον, αίματα, λάσπες και άλλες ακαθαρσίες. Παράλληλα ήμουν κυρτωμένος και δεν μπορούσα να ισιώσω το σώμα μου και είχα φρικτούς πόνους στο στομάχι και στα έντερα. Την έβδομη ημέρα, όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκε λίγο φως, διαπίστωσα ότι στο δοχείο που χρησιμοποιούσα για αποχωρητήριο είχε πολύ αίμα…» ( Σελ.99)

Αλήθεια, πώς να σχολιάσει κανείς ένα τέτοιο κείμενο; Την ώρα που ο αγωνιστής στην άνοιξη της ζωής του και των ανθρώπινων ονείρων του, υφίσταται αυτά τα απερίγραπτα βασανιστήρια, ώστε «να δημιουργείται  μέσα του η βεβαιότητα ότι ήρθε η ώρα του να πεθάνει… και μέσα  του να νιώθει νικητής γιατί νιώθει έτοιμος να πεθάνει και να το ζητεί» και παράλληλα να αισθάνεται ότι «νιώθει μέσα του μια γαλήνη να γεμίζει το είναι του», γιατί κατάφερε να εκπληρώσει το προς την Πατρίδα του χρέος, και πέραν τούτου να νιώθει ότι «αγγίζει την εξαΰλωση και την πλήρη πνευματική απελευθέρωση»… τέτοια βιώματα, τέτοιες εθνικές εξάρσεις, μέσα στην κάμινον των φρικτών βασανιστηρίων… ξεπερνούν τα όρια μιας ιδεατής πατριδολατρίας… ασύλληπτης στα ανθρώπινα μέτρα. Πρόκειται για μια αυτοθυσιαστική πατριδολατρία, που δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο σχολιασμού. Γιατί μέσα μας νιώθουμε πως οτιδήποτε γράψουμε, θα μειώσουμε το ασύλληπτο μέγεθος της αυτοθυσίας τους. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να γονατίσουμε μπροστά τους με θαυμασμό και να αναφωνήσουμε με ευγνωμοσύνη:

ΣΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΑΣ ΕΝΣΑΡΚΩΣΑΤΕ

ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ

ΚΑΙ

ΥΠΗΡΞΑΤΕ  ΑΞΙΑ ΤΕΚΝΑ ΤΗΣ

Προσωπικά, αισθάνομαι ευτυχία γιατί γνώρισα και τους τρεις πιο πάνω αγωνιστές και πολλούς άλλους, οι οποίοι μου διηγήθηκα με απλότητα και ταπεινοφροσύνη αυτά και πιο φρικτά ακόμη βασανιστήρια. Όταν είσαι μαζί τους νιώθεις ότι ακολουθείς τα βήματα του Γεωργίου Τερτσέτη… νιώθεις ότι είσαι σε επαφή με τη ζώσα ιστορία της Πατρίδας σου, νιώθεις την ψυχή σου να γεμίζει με εθνική υπερηφάνεια, γιατί η Κύπρος μας γέννησε τέτοια λεβεντόπαιδα που άντεξαν σε τόσα φρικτά βασανιστήρια χάρη του πολυτιμότατου αγαθού που λέγεται ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.

Και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν φοιτητές, στο άνθος της νιότης και των ανθρώπινων ονείρων τους. Ο Φρίξος Δημητριάδης και ο Θάσος Σοφοκλέους ήταν φοιτητές της Φυσικομαθηματικής Σχολής με καθηγητή τον νυν Ακαδημαϊκό της Αστρονομίας, Γεώργιο Κοντόπουλο, ο οποίος τότε, ως βοηθός το 1954, τους εκπαίδευσε στον ανταρτοπόλεμο, αφού εντάχθηκαν στις περίφημες ομάδες ΚΑΡΗ (Κύπριοι Αγωνιστές Ριψοκίνδυνοι Ηγέτες).

Και επειδή, υποθέτω ότι με τις πιο πάνω αναφορές μας στα σκληρότατα βασανιστήρια, θα σχηματίσατε την εντύπωση ότι πρόκειται για «σκληροτράχηλους» άνδρες, ας αναφέρω ότι και οι δύο τους είναι άνδρες με λεπτές και ευαίσθητες ψυχές.

Ο Φρίξος Δημητριάδης,  ασχολείτο ιδιαίτερα με την κλασική μουσική και το 1949 διεύθυνε την εκατοσαρανταμελή τετράφωνη χορωδία του Λανιτείου Γυμνασίου που τραγούδησε πολυφωνικά έργα των Χάυντ, Μεντελσον και Σόλωνα Μιχαηλίδη.

 

Ο δε Θάσος Σοφοκλέους, εκτίοντας, ως ισοβίτης, τη φυλάκισή του σε φυλακές της Αγγλίας και ζώντας ανάμεσα σε κοινούς εγκληματίες του ποινικού Δικαίου, δεν έπαυσε να διαβάζει χριστιανικά βιβλία και να ασχολείται με τη ζωγραφική∙ εκεί μέσα ζωγράφισε ένα πολύ ωραίο πίνακα, στον οποίο παρουσιάζει το χέρι του μέσα από τη φυλακή να ταΐζει τον φτερωτό του φίλο, ένα περιστέρι.

Στη σελίδα 172 γράφει μ’ ένα ύφος που σου θυμίζει Ηλία Βενέζη:

Στεναχωριέμαι όταν {το περιστέρι} αργεί να έλθει, νιώθω ένα κενό, κάτι μου λείπει… το αγαπώ… αυτό ελεύθερο, μπορούσε να πετάξει όπου ήθελε. Εγώ μέσα στο μπουντρούμι των φυλακών… μια μέρα που βαρύ ήταν το κρύο, ήλθε ο φτερωτός μου φίλος και με το ράμφος του μου κτύπησε το τζάμι για να τον δω. Άπλωσα το χέρι μου μέχρι το τζάμι για να τον χαϊδέψω. Όμως μας χώριζε αυτή η λεπτή απόσταση. Δεν με ξεχνούσε. Και το περίμενα Αυτό το άσπρο πουλί. Στην κατάσταση που ήμουν σήμαινε πολλά για μένα… Είχαμε γίνει φίλοι… Του μιλώ κι αυτό με βλέπει στα μάτια. Του είπα πολλά… μετά τον θάνατο του πατέρα μου, ο φτερωτός μου φίλος χάθηκε. Εγώ τον περίμενα πολύ καιρό. Δεν ξαναφάνηκε όμως… κάνω τη σκέψη να το ζωγραφίσω. Πρώτα το ζωγραφίζω στο μυαλό μου και το κουβαλάω από τότε μέσα μου.

 

Καθώς γράφω το εν λόγω κείμενο, παραμονή του μεγάλου μας ξεσηκωμού,  διέκοψα για λίγο και μίλησα τηλεφωνικώς με τον τομεάρχη της  ΕΟΚΑ  στην Πάφο, Γιαννάκη Δρουσιώτη, ο οποίος μου έδωσε την άδεια να δημοσιεύσω το πιο κάτω συγκλονιστικό γεγονός, το οποίο είναι άγνωστο και για πρώτη φορά βλέπει το φως της δημοσιότητας.

 … Μάρτιος του 1957. Μετά από  όλα τα πιο πάνω βασανιστήρια που υπέστη και αυτός στις φυλακές της Ομορφίτας από τον Μακκάουαν και τον χειροδύναμο Μέρλιν, οι ανακριτές τον μετέφεραν στις φυλακές των Πλατρών, σ’ ένα ορεινό χωριό του Τροόδους. Το κρύο ακόμη ήταν πολύ έντονο.  Εκεί τον βασάνισαν πολύ σκληρά  ο Τούρκος Ταλάτ και ο Άγγλος Σέυβορυ.  Όταν και οι δυο τους απέτυχαν  επιστράτευσαν και  ένα πρώην στέλεχος  της ΕΟΚΑ, ο οποίος λύγισε στα βασανιστήρια, πρόδωσε και μετά έγινε – δυστυχώς –  και συνεργάτης των Άγγλων.  Και αφού απέτυχε και εκείνος να τον πείσει να προδώσει, μεταξύ τους ακολούθησε  ο πιο κάτω δραματικός διάλογος:

Προδότης: «Έχω διαταγή να σε κρεμάσω και να σε ρίξω στον παρακείμενο ποταμό. Το ραδιόφωνο θα ανακοινώσει ότι προσπάθησες να δραπετεύσεις και πνίγηκες μέσα στα αφρισμένα νερά του ποταμού…» και του κρέμασε το σχοινί στον λαιμό. «Πρέπει να μιλήσεις γιατί δεν θέλω να σε κρεμάσω,  αλλά εσύ δεν μου αφήνεις επιλογή».

Δρουσιώτης: «Κάποτε πολεμήσαμε μαζί για ένα ιδανικό… έσπασες και πρόδωσες… δεν σε κατακρίνω… τσάκισες από τα βασανιστήρια… αλλά τώρα αποφάσισες να γίνεις και φονιάς… και μάλιστα των συναγωνιστών σου…».

Προδότης: «Τώρα εκτελώ εντολές και είμαι υποχρεωμένος να υπακούω…» και άρχισε να τραβάει το σχοινί.

Δρουσιώτης:  «Μια στιγμή, περίμενε. Βλέπω ότι είσαι οπλισμένος… τουλάχιστο πυροβόλα με στην καρδιά… με έχετε δεμένο… και να θέλω δεν μπορώ να αντιδράσω».

Προδότης:  «Σου είπα ότι εκτελώ εντολές. Μίλα να γλυτώσεις κι εσύ κι εγώ. Γιατί να είμαι μόνο εγώ προδότης… να γίνεις και συ…».

Δρουσιώτης:  « Ήδη σε ελέγχει η συνείδησή σου… γι’ αυτό πρόσεξε… αν με κρεμάσεις  εκείνα τα ιδανικά που κάποτε υπήρχαν μέσα στην ψυχή σου θα επαναστατήσουν και θα ξεσηκώνονται νύχτα – μέρα και θα σε πνίγουν σ’ όλη σου τη ζωή… θα είσαι ένας ζωντανός – νεκρός. Θα είσαι ο πιο δυστυχισμένος φονιάς του κόσμου…».

Στο τέλος ο προδότης  τον αγριοκοίταξε, έσκυψε το κεφάλι και έφυγε… Μετά οι Άγγλοι φρόντισαν και τον φυγάδευσαν στην Αγγλία, όπως έπραξαν και με άλλους προδότες.   

 

 Στη μακραίωνη και πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή της πατρίδος μας ο λαός μας τροφοδοτούμενος αδιαλείπτως από τις αστείρευτες και βαθύρριζες πνευματικές του πηγές, που είναι ο ζείδωρος Ελληνισμός κατ’ αρχάς, ο ουράνιος  και λυτρωτικός Χριστιανισμός αργότερα, κατόρθωσε να τις διατηρήσει  μέσα στους αιώνες κρυστάλλινες, ζωογόνες, λαμπροφόρες και καρποφόρες. Εντεύθεν και η προσωνυμίας της ως «ΗΡΩΟΤΟΚΟΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΝΗΣΟΣ».

 Μέσα μου επιθυμώ να προτρέψω τους φίλους μου να φροντίσουν να μελετήσουν τα ως άνω βιβλία, καθώς και το βιβλίο του Νικολάου Βασιλειάδη «Εθνομάρτυρες τού Κυπριακού Έπους 1955-59», που βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, για να μπορέσουν να βιώσουν ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΘΥΣΙΑΣ και το μεγαλείο των Αγωνιστών τού ένδοξου απελευθερωτικού μας Αγώνα!

Με αυτό το πνεύμα ας γαλουχούμε τα παιδιά μας και τη νέα γενεά.

Με τον τρόπο αυτό εκπληρώνουμε ένα χρέος προς τη νεότητά μας και προσφέρουμε μια  πολύ σημαντική υπηρεσία προς την τλήμονα Πατρίδα μας. Και, παράλληλα, τιμούμε αυτούς που τόσο ηρωικά αγωνίστηκαν, βασανίστηκαν ή έπεσαν μαχόμενοι για την απελευθέρωσή της.

 

 Μέσα μου νιώθω ότι δρόμος προς την Ελευθερία είναι ακόμη πολύ μακρύς, δαιδαλώδης και δύσβατος.  Και θα χρειαστούν πολλές θυσίες και έντονο αγωνιστικό και πατριδολατρικό πνεύμα «μέχρις ὅτου εἰς τὸν ἐθνικὸν ὁρίζοντα ῥοδίσῃ  χρυσόπτερος ἶρις  ἀγγέλλουσα τὸ φέγγος τῆς ποθεινῆς ἡμέρας τῆς ἐθνικῆς ἀπολυτρώσεως».

Εμείς, μέχρι την άγια, την πολυπόθητη και ερατεινή εκείνη ημέρα, ας έχουμε «Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας».

 

 

«ΤΩΡΑ ΧΤΥΠΑΕΙ ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ Τ’ ΟΝΕΙΡΟ ΜΕΣ ΤΟ ΑΙΜΑ

ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Η ΠΙΟ ΣΩΣΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ:

Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΕΣ ΣΤΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ:

Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α

ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΘΑ ΔΑΚΡΥΣΕΙ ΑΠΟ ΧΑΡΑ Ο ΗΛΙΟΣ»

 

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ.

“ΑΣΜΑ ΗΡΩΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΝΘΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ

ΧΑΜΕΝΟ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ”

Τιμή και δόξα στα παλληκάρια του έπους του 1955

1 апреля, 2020 - 10:23

Τιμή και δόξα στα παλληκάρια του έπους του 1955

(Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννου, Δοξολογία 1.4.2020)

 

Του Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου

 

Σήμερα, 1η Απριλίου 2020, στον ιστορικό τούτο Καθεδρικό Ναού, μνημονεύουμε όλους εκείνους που αγωνίστηκαν τίμια και αυθεντικά για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδας την ελευθερία. Μνημονεύουμε τις ηγετικές φυσιογνωμίες του απελευθερωτικού αγώνα, τους εμπνευστές και πρωτεργάτες μέχρι τους τελευταίους ανώνυμους κληρικούς και λαϊκούς του ηρωικού έπους της ΕΟΚΑ 1955-59.

Υποκλινόμαστε με δέος ενώπιον των ηρώων μας: στην αγχόνη, στα κρησφύγετα και τις βουνοκορφές, στα πεδία των μαχών, στους τόπους των βασανιστηρίων, τα Φυλακισμένα Μνήματα στις Κεντρικές Φυλακές. Το αίμα και τα κόκαλα των εθνομαρτύρων μας ανέστησαν και κραταίωσαν το δένδρο της ελευθερίας, της τιμής, της αξιοπρέπειας και της ενότητάς μας διαχρονικά, και μεταλαμπάδευσαν τη φλόγα των ελληνοχριστιανικών ιδεωδών, για νέους αγώνες, θυσίες που οδηγούν στα σκαλοπάτια της ελευθερίας.

Σήμερα, μάς οδηγούν στον αγώνα για την ειρηνική απελευθέρωση του τουρκοκρατούμενου βορείου τμήματος της Νήσου και την ευημερία και συμβίωση, με διασφαλισμένα τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των νομίμων κατοίκων και των νομίμως φιλοξενουμένων σε αυτή.

Ταυτόχρονα, ειδικά σήμερα, μάς οδηγούν στον αγώνα εναντίον ενός «αόρατου εχθρού». Της συνειδητής απελευθέρωσής μας από όλα εκείνα που μάς πληγώνουν, μας αποστασιοποιούν από τον Τριαδικό Θεό και μεταξύ μας. Αποφυγή του εγώ και σύναψη του εμείς του Μακρυγιάννη.

Τούτες τις ώρες της λοιμώδους πανδημίας, τούτες τις ημέρες της αιφνίδιας δοκιμασίας, όπως ήδη πράξαμε προ ολίγου, προσευχόμαστε να μάς φωτίσει ο Παντοκράτορας Θεός όλους ανεξαιρέτως άρχοντες και αρχόμενους. Ούτως ώστε οι λαμβανόμενες, με σύνεση και σοφία, αποφάσεις να τηρούνται συνειδητά και επιμελώς από όλους για την προστασία και αποθεραπεία από την λοιμώδη νόσο.

Δράττομαι της ευκαιρίας να ευχαριστήσω όλους τους αρμοδίους του δημοσίου και ιδιωτικού τομέως και ιδιαιτέρως τους επαγγελματίες υγείας (ιατρούς και νοσηλευτές και εθελοντές) για τη, μέχρι αυτοθυσίας, διακονία του συνανθρώπου.

Καλούμαστε όλοι, εκ φιλοπατρίας, αντλώντας δύναμη και θέληση από τον ηρωισμό των προγόνων μας να βγούμε νικητές! Εξοπλιζόμενοι με περισσότερη αλληλεγγύη, υπευθυνότητα, σύνεση, σοφία και ωριμότητα.

Καλούμαστε να διδαχθούμε μέσα από την μακραίωνα ιστορία και εμπειρία της Εκκλησίας μας. Να διακρίνουμε τα σπουδαία και τα μεγάλα από τα μικρά, ασήμαντα και ευμετάβλητα του κόσμου τούτου.

Η Πίστη μας είναι η αμετακίνητη πυξίδα. Η ενεργοποίηση των εντός ημών χαρισμάτων, τα οποία μας δώρισε το Άγιο Πνεύμα, είναι η άγκυρα μας.

Η χαρμολύπη της Αγίας Τεσσαρακοστής, μάς οδηγεί στη Μεγάλη Εβδομάδα και αποκορύφωμα προβάλλει το λαμπροφόρο Πάσχα. Τη μετάβαση μας από το σκοτάδι στο φως. Από τη λύπη για τα λάθη μας στη μόνιμη θεϊκή χαρά, ως δώρο του Θεού.

Το επικείμενο Πάσχα θα μάς διδάξει όλους ότι η στέρηση των εξωτερικών στοιχείων (σε κάποιο ρεαλιστικό βαθμό ως άνθρωποι είναι κι αυτά αναγκαία) δεν μπορούν να μας στερήσουν τη θεϊκή χαρά του ανεσπέρου φωτός της Αναστάσεως, το οποίο όλοι πλέον συνειδητοποιούμε ότι δεν έχει να κάνει με τα παροδικά φώτα του κόσμου τούτου.

Οι ήρωες της πατρίδος και κατεξοχήν οι Άγιοι της Εκκλησίας και πιο συγκεκριμένα οι ουρανοπολίτες ασκητές στα όρη, τις σπηλιές και τις ερήμους είναι έξοχα παραδείγματα αφοσίωσης στο άκτιστο φως της Παναγίας Τριάδας, όπως επισημαίνει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος μας κ. Χρυσόστομος.

Η σιωπή και ησυχία της πολύβοης σύγχρονης κοινότητας, που βιώνουμε αιφνιδίως αυτές τις ημέρες μάς αφήνει όλους το αποφασιστικό περιθώριο με επίκληση της άνωθεν δυνάμεως, τόλμης και θάρρους να ακούσουμε τον εναρμόνιο αναστάσιμο ήχο της καρδίας, του νου και της ψυχής μας. Κατάσταση φαινομενικά δύσκολη. Όμως, κατάσταση λαμπρά και παραδείσια.

Ιδού, εδώ και τώρα, μια αλλιώτικη ερμηνεία της σημερινής Εθνικής επετείου. 

Τότε, 65 έτη πριν, και σήμερα εν έτει 2020 ακόμη ένα πρωταπριλιάτικο ψέμα;

Ιδού καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού ημέρα σωτηρίας. Η επιλογή αποκλειστικά δική μας, ως άλλο μαρτύριο συνειδήσεως, για εμένα και για σένα. 

Τιμή και δόξα στους Κυπρίους, τιμή και δόξα στα παλληκάρια του έπους του 1955-59. «Ζωή σε σας ο θάνατος κι αθάνατοι θα μείνετε»! (Ευαγόρας Παλληκαρίδης).

 

Страницы